Παρασκευή 10 Ιουλίου 2020

ΦΟΒΑΣΤΕ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΕΡΧΕΤΑΙ


                  

Αλ. Τσίπρας: Φοβάστε τις κοινωνικές αντιδράσεις, εχθροί σας όσοι ονειρεύονται ένα καλύτερο αύριο





Ομιλία του Προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ στη Βουλή στο πλαίσιο της συζήτησης του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη: "Δημόσιες υπαίθριες συναθροίσεις και άλλες διατάξεις"



Ξέρετε, ορισμένες φορές, όταν κανείς αναγκάζεται να διαβάζει τσιτάτα που του γράφουν οι λογογράφοι, χωρίς να έχει διαβάσει τους συγγραφείς αυτών των τσιτάτων, μπορεί να πάθει ζημιά. Μπορεί να πάθει μεγάλη ζημιά!
Βέβαια, έχω την αίσθηση ότι ο κ. Μητσοτάκης πρέπει να διαβάζει κρυφά, αυτό μας αποδεικνύει σήμερα. Ωστόσο, συμβαίνει κάτι διαφορετικό απ’ αυτό. Απλά, έχει επιλέξει λογογράφους οι οποίοι έχουν θητεύσει στον χώρο της Αριστεράς και της Κεντροαριστεράς και διανθίζουν τις ομιλίες τους με συγγραφείς, τσιτάτα προσώπων που έχουν ιστορικό βάθος και βάρος, για να δικαιολογήσει ένα νομοσχέδιο το οποίο είναι εμπνεύσεως ανθρώπων, οι οποίοι όχι μόνο δεν έχουν καμία σχέση με τη δημοκρατική παράδοση, αλλά βρεθήκαν στα νιάτα τους σε δύσκολες στιγμές για τον τόπο πιο δεξιά από τη Δεξιά.
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, δεν έχει νόημα να μιλάει κανείς σήμερα επικαλούμενος λόγια άλλων. Αυτό που έχει νόημα είναι να δούμε τι ακριβώς φέρνετε, κ. Μητσοτάκη και κ. Χρυσοχοΐδη στη Βουλή των Ελλήνων σήμερα να ψηφίσει και γιατί το φέρνετε.
Εμείς θεωρούμε ότι επιχειρείτε μια αντιδραστική θεσμική τομή, με στόχο την ίδια τη δημοκρατία, με στόχο το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα στη διαδήλωση, στη συγκέντρωση, στη διαμαρτυρία. Μια αντιδραστική θεσμική τομή που καμία κυβέρνηση δεν διανοήθηκε να φέρει από τη μεταπολίτευση και μετά. Και, προφανώς, επιχειρείτε να στοιχειοθετήσετε την απόφασή σας αυτή, επικαλούμενος ορισμένες καταστάσεις που πολλές φορές μπορεί σε ακραίες στιγμές, πράγματι, να έχουν δημιουργήσει δυσφορία στο κοινωνικό σύνολο. Αλλά πρέπει να δούμε ποια είναι η ουσία. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πολλές φορές το θεσμικό πλαίσιο που προβλέπει τη δυνατότητα παρέμβασης –προβλέπει το υπάρχον, το ισχύον σήμερα- δεν τηρείται. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι πρέπει να οδηγηθούμε στο άλλο άκρο, ότι πρέπει να καταστρατηγήσουμε το ίδιο το Σύνταγμα της χώρας.
Αναφερθήκατε εδώ –και θέλω να ξεκινήσω απ’ αυτό- σε περιπτώσεις που διαδηλώσεις λίγων ανθρώπων, ολιγάριθμες διαδηλώσεις, έχουν δημιουργήσει κυκλοφοριακό κομφούζιο στην πόλη. Πράγματι, ισχύει αυτό. Πηγαίνετε, βέβαια, μια βόλτα τώρα με το αυτοκίνητο, με τα καμώματα του ανιψιού σας, του κ. Μπακογιάννη, που έχει μετατρέψει το κέντρο της πόλης, λες και είμαστε στο Μαλιμπού, με μεγάλους φοίνικες. Οι φοίνικες μας μάραναν!
Δεν σέβεται τον δημόσιο χώρο και την αισθητική του, αλλά αυτό είναι και θέμα άποψης. Ο «μεγάλος περίπατος» έχει γίνει ο μεγάλος κλαυσίγελος και ο μεγάλος περίγελος για τους πολίτες της Αθήνας. Αλλά κλείνω την παρένθεση.
Εγώ να αποδεχθώ ότι πράγματι υπήρξαν και υπάρχουν ακόμη και σήμερα περιπτώσεις που, όχι μεγάλος αριθμός διαδηλωτών, δημιουργεί κυκλοφοριακό κομφούζιο. Δεν προβλέπει η ισχύουσα νομοθεσία τη δυνατότητα στις αστυνομικές αρχές να περιορίσουν αυτούς τους διαδηλωτές είτε σε μια λωρίδα είτε, αν είναι ακόμα λιγότεροι, και στο πεζοδρόμιο; Δεν προβλέπει; Προβλέπει, κ. Μητσοτάκη και το γνωρίζετε καλά, διότι είναι διάταξη της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας –Υπουργός Δημόσιας Τάξης κ. Δένδιας, 2013/ΠΔ- και ιδού φωτογραφίες από συναθροίσεις που γίνονται στο πεζοδρόμιο μεγάλων κεντρικών αρτηριών της χώρας, καθώς οι αστυνομικές δυνάμεις επιβάλλουν αυτό που προβλέπει ο νόμος. Ή δεν ισχύει αυτό και θέλετε να ανακαλύψετε τον τροχό τώρα;
Δεύτερον, μας είπατε ότι κι εμείς έχουμε εφαρμόσει απαγορεύσεις διαδηλώσεων σε περιπτώσεις όπως όταν έχει έρθει κάποιος μεγάλος ηγέτης, Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, ενδεχομένως, της Ρωσίας κλπ. Ναι, κι εμείς, βεβαίως, για λόγους ασφάλειας.-εθνικής ασφάλειας, θα έλεγα- που το επιβάλλουν αυτό. Νόμος κυβερνήσεως Μητσοτάκη, του πατρός σας, Προεδρικό Διάταγμα.

Δεν υπάρχει το θεσμικό πλαίσιο, λοιπόν, σήμερα; Γιατί κοροϊδεύετε τον ελληνικό λαό και τη Βουλή των Ελλήνων; Υπάρχει. Άλλο επιχειρείτε σήμερα εδώ. Δεν επιχειρείτε να ρυθμίσετε πράγματα τα οποία αντιστοιχούν στην κοινή λογική. Επιχειρείτε –επαναλαμβάνω- μια αντιδραστική τομή στο συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα της διαμαρτυρίας, της διαδήλωσης, της συγκέντρωσης, που δεν έχει επιχειρηθεί από καμία άλλη κυβέρνηση από τη Μεταπολίτευση και μετά. Και το ερώτημα είναι: Γιατί το επιχειρείτε αυτό τώρα; Πρόκειται απλά για τη συνάντηση του ακροδεξιού δόγματος Βορίδη –να το πω έτσι απλά για να συνεννοούμαστε, σ’ αυτόν αναφερόμουν αρχικά- με τη νεοδεξιά εμμονή του κ. Χρυσοχοΐδη; Ή μήπως αυτή η σπουδή σας -και μάλιστα να το φέρετε κατακαλόκαιρο- καλύπτει κάποιον φόβο για τις εξελίξεις και τις ενδεχόμενες κοινωνικές αντιδράσεις που έρχονται από φθινόπωρο, εξαιτίας των εξελίξεων αυτών;
Το γνωρίζουν όλοι ότι η χώρα μπαίνει σε μια περίοδο πάρα πολύ βαθιάς ύφεσης, μεγαλύτερης απ’ αυτή που μπήκαμε στα πιο σκληρά χρόνια των μνημονίων. Χρειάζεται σχέδιο η χώρα, χρειάζεται όραμα, χρειάζεται ηγεσία, να πατήσει γερά στα πόδια της ξανά. Όχι αυταρχισμό, όχι καταστολή και προπαγάνδα από τα καλοταϊσμένα με κρατικό χρήμα Μέσα Ενημέρωσης.
Σε αυτό το πλαίσιο, σας άκουσα πολύ προσεκτικά, αλλά νομίζω ότι δεν μπορέσατε να εξηγήσετε στους Έλληνες και τις Ελληνίδες που μας ακούν τι έχει να προσφέρει η σπουδή σας σήμερα να φέρετε ένα νομοσχέδιο που ουσιαστικά οδηγεί στην απαγόρευση διαδηλώσεων, κατά το δοκούν, από την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη. Τίνος η ζωή βελτιώνεται; Σε ποιο πρόβλημα απαντά ο περιορισμός του συνταγματικού δικαιώματος του συνέρχεσθαι;
Σήμερα μας παρακολουθούν πολίτες που θα ήθελαν να ακούσουν μια συζήτηση που θα περιστρεφόταν στο πώς θα βελτιωθεί η ζωή τους το 2020 και, αντί γι’ αυτό, βλέπουν μια κυβέρνηση να προσπαθεί να επαναφέρει διατάγματα του 1971.
Κύριε Μητσοτάκη, έχω την αίσθηση ότι έχετε αποφασίσει να ξοδέψετε τον χρόνο που σας απομένει ως Πρωθυπουργός, όχι για να κτίσετε, αλλά για να γκρεμίσετε. Τόσο πολύ σας άρεσε το γκρέμισμα στο Ελληνικό προχθές. Αυτή η εικονική πραγματικότητα, έναν χρόνο μετά, όταν υποσχεθήκατε «σε δυο εβδομάδες θα έρθουν μπουλντόζες» και φέρατε τους φωτογράφους, τις κάμερες, για να γκρεμίσετε ένα κτήριο.
Ξέρετε, εγώ ως μηχανικός μπορώ να σας πω ότι το γκρέμισμα είναι εύκολο. Η οικοδόμηση είναι το δύσκολο, το κτίσιμο είναι το δύσκολο. Το γκρέμισμα γίνεται εύκολα, σε λίγες μόνο ώρες. Το να οικοδομήσεις ένα μέλλον που να βασίζεται σε γερά θεμέλια είναι το δύσκολο.
Όχι, λοιπόν, για να δημιουργήσετε, όχι για να κτίσετε, αλλά για να γκρεμίσετε και για να εκδικηθείτε. Για να εκδικηθείτε μια Ελλάδα που προχώρησε μπροστά όταν άφησε πίσω της συλλογικά –το πιστώνω και στη δική σας παράταξη αυτό- το μετεμφυλιακό κράτος της Δεξιάς και τα σύνδρομά της. Για να εκδικηθείτε μια παράδοση που κτίστηκε απέναντι σε ό,τι πρεσβεύει –επαναλαμβάνω- και η δική σας παράταξη.
Γιατί η Ελλάδα της Μεταπολίτευσης είναι δημιούργημα και της δικής σας παράταξης. Μα πάνω από όλα για να εκδικηθείτε την Αριστερά, τον πολιτικό σας αντίπαλο, που ξέρετε ότι η δύναμή του βρίσκεται στην ασίγαστη δίψα των ανθρώπων για δικαιοσύνη και αξιοπρέπεια.
Στο ερώτημα, λοιπόν, γιατί επιχειρείτε τώρα αυτή την αντιδραστική τομή, η απάντηση είναι προφανής κατ’ εμέ. Γιατί φοβάστε, κ. Μητσοτάκη. Παρά τα εκατομμύρια που μοιράζετε, κρατικό χρήμα, δημόσιο χρήμα, για να σας φιλοτεχνούν ως κυρίαρχο και άτρωτο τα μέσα μαζικής ενημέρωσης.
Και αλήθεια, μιας και το θυμήθηκα αυτό, πόση αυτογελοιοποίηση μπορείτε να αντέξετε, κύριε Μητσοτάκη; Ανακοινώσατε μετά από δυόμισι μήνες καθυστέρηση τη λίστα της ντροπής που αποδεικνύει ότι μοιράσατε 20 εκατομμύρια ευρώ των Ελλήνων φορολογούμενων στο πίσω γραφείο του Μαξίμου. Ξέρετε, αυτό μπαίνοντας στο ισόγειο πίσω από τη σκάλα. Εκεί τα μοιράσατε τα λεφτά, λες και ήταν λεφτά της οικογένειάς σας!
Και τα μοιράσατε σε όποιον σας αρέσει, χωρίς κριτήρια, χωρίς κανένα κριτήριο. Χωρίς κανένα κριτήριο 20 εκατομμύρια ευρώ, λεφτά των Ελλήνων φορολογουμένων, δημόσιο χρήμα. Δώσατε 1% μόνο για ξεκάρφωμα σε μη φιλοκυβερνητικά μέσα. Τα υπόλοιπα χωρίς κανένα κριτήριο, με μοναδικό στόχο τη χειραγώγηση της κοινής γνώμης. Και είχατε το θράσος προχθές -γιατί περί θράσους πρόκειται- να δηλώσετε ότι δεν τα μοιράσατε εσείς, αλλά η εταιρεία στην οποία τα αναθέσατε. Μόνο που είναι η ίδια εταιρεία που είχε αναλάβει την προεκλογική σας καμπάνια.
Δεν ντρέπεστε, κ. Μητσοτάκη, να λέτε τόσο χοντρά ψέματα στον ελληνικό λαό; Δεν ντρέπεστε; Σε ποιους νομίζετε ότι απευθύνεστε;
Ήρθε όμως χθες και το απόγειο της γελοιοποίησης. Ήρθε χθες η απόφαση, ποιανού; Του κ. Μαρινάκη. Να σας τα γυρίσει πίσω τα χρήματα αυτά, αυτά που αντιστοιχούσαν, κατά τη δική σας εκτίμηση, στα δικά του μέσα. Τι έγινε; Δεν την κάνατε καλά τη μοιρασιά; Τι έγινε;
Σε κάθε περίπτωση, κ. Μητσοτάκη, δεν είστε μόνο εκτεθειμένος μετά το χθεσινό. Επαναλαμβάνω: είστε και καταγέλαστος. Και δεν έχετε άλλη επιλογή από το να πάρετε πίσω όχι μόνο τα λεφτά του κ. Μαρινάκη, αλλά όλα τα λεφτά, τα χρήματα των Ελλήνων φορολογουμένων που μοιράσατε χωρίς ντροπή σε μέσα μαζικής ενημέρωσης για να σας φιλοτεχνούν το προφίλ.
Να πάρετε πίσω το πρόγραμμα της ντροπής και με όρους διαφάνειας, αξιοκρατίας, με πραγματικά κριτήρια τους εργαζόμενους, με κριτήρια την αναγνωσιμότητα, με κριτήρια την τηλεθέαση. Αν θέλετε να δώσετε διαφημιστική πίτα, υπάρχουν όροι που προβλέπει ένα δημοκρατικό πλαίσιο, με διαφάνεια, με λογοδοσία. Όχι έτσι, όμως, τα λεφτά των Ελλήνων φορολογουμένων. Φαντάζομαι ότι θα δώσετε κάποια στιγμή απαντήσεις.
Επανέρχομαι όμως στη ροή της ομιλίας. Όλα αυτά επιβεβαιώνουν -και ο τρόπος με τον οποίο μοιράζετε χρήμα κρατικό και ο τρόπος με τον οποίο φέρνετε στη Βουλή κατακαλόκαιρο ένα νομοσχέδιο, που ουσιαστικά βάλλει κατά του συνταγματικού δικαιώματος της διαδήλωσης, αλλά και η προσπάθειά σας, μέρες τώρα, πετώντας λάσπη και ξαναζεσταμένο φαγητό για δήθεν αποκαλύψεις προ τετραετίας, ένα πράγμα δείχνει: φοβάστε να αναμετρηθείτε με την πραγματικότητα στην οικονομία και στην κοινωνία, που είναι δικό σας δημιούργημα.
Ξέρετε ότι τα έχετε κάνει θάλασσα και φοβάστε. Φοβάστε γι’ αυτά που έρχονται. Φοβάστε την αντίδραση της κοινωνίας, τη διαφωνία της κοινωνίας, την οργή της κοινωνίας και γι’ αυτό η απάντηση που ετοιμάζεστε να δώσετε είναι η καταστολή.
Σήμερα όμως προσπαθείτε να το εξελίξετε και λίγο παραπάνω, διότι επιτίθεστε σε συνταγματικό δικαίωμα, θεσμοθετείτε την ασφυξία. Θεσπίζετε ένα αστυνομικό κράτος, ένα κράτος – φρούριο, μια καχεκτική δημοκρατία στην οποία ο διαρκής δημοκρατικός έλεγχος περισσεύει. Φτιάχνετε μια Ελλάδα στην οποία η συλλογική διέξοδος της διαμαρτυρίας ποινικοποιείται. Και το κάνετε γιατί θέλετε η δυσαρέσκεια να μην πηγαίνει ποτέ προς τα πάνω, αλλά να ανακυκλώνεται μέσα στην κοινωνία, να γεννά αυτό που κάποιοι ονομάζουν «κοινωνικό αυτοματισμό». Και η οργή να στρέφεται όχι στον θύτη, αλλά από το ένα θύμα της πολιτικής σας στο άλλο, οι μεγαλύτεροι σε ηλικία να κατηγορούν τους νεότερους, οι φτωχοί να κατηγορούν τους φτωχότερους, οι άνεργοι να κατηγορούν τους εργαζόμενους, ο ιδιωτικός υπάλληλος των 600 ευρώ να κατηγορεί αυτόν των 700 ευρώ, ο ένας καταστηματάρχης τον άλλον στον απέναντι δρόμο. Μια κοινωνία που θα τρώει τις σάρκες της για να βγαίνει άτρωτη η εξουσία που έχει σφραγίσει για τα καλά κάθε βαλβίδα αμφισβήτησής της. Και φυσικά, μια κοινωνία στην οποία πάντα θα καραδοκεί η δαμόκλειος σπάθη της καταστολής. Με τη βούλα και με τον νόμο. Με την αστυνομία σε ρόλο εγγυητή της ομαλότητας, μιας ομαλότητας φυσικά όπως την αντιλαμβάνονται οι πολιτικοί της προϊστάμενοι. Η αστυνομία που θα αποφασίζει ποιος, πού και πότε πρέπει να διαδηλώσει και να διαμαρτυρηθεί και που φυσικά δεν έχει κανέναν περιορισμό στον τρόπο που θα μπορεί να επέμβει γιατί, είπαμε, θα κρίνεται η ομαλότητα!
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, επιτρέψτε μου να αναφερθώ σε συγκεκριμένα σημεία του νομοσχεδίου γιατί πολλά από αυτά προκαλούν ανατριχίλα. Για τη συμβατότητα του νομοσχεδίου με το συνταγματικό δικαίωμα της συνάθροισης, θα αρκούσε να παραπέμψω στην ανακοίνωση της ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων της χώρας οι οποίοι αποφάνθηκαν ότι η κεντρική ρύθμιση του νομοσχεδίου -διαβάζω κατά λέξη- «πλήττει τον πυρήνα του δικαιώματος και βρίσκεται εκτός συνταγματικού πλαισίου.
Δεν είναι ΣΥΡΙΖΑ, κύριε Μητσοτάκη, οι δικηγορικοί σύλλογοι της χώρας. Η υποχρέωση προηγούμενης γνωστοποίησης, που προβλέπει το άρθρο 3 σε συνδυασμό με την εξουσία της αστυνομίας να διαλύει κυρώσεις για τον μόνο λόγο ότι δεν γνωστοποιήθηκαν αυτές -είναι το άρθρο 9- πλήττει κατάφωρα τον πυρήνα του δικαιώματος της συνάθροισης. Θα αρκούσε να παραπέμψω σε αυτήν την ανακοίνωση.
Σας άκουσα με προσοχή. Σέβομαι απόλυτα και τιμώ και τη διαδρομή και τα έργα των ανθρώπων, επιστημόνων στους οποίους αναφερθήκατε, με τη διαφορά ότι ο μεν κ. Μανιτάκης ήταν υπουργός της Κυβέρνησης Σαμαρά και βεβαίως έχει τις απόψεις του.
Ήταν υπουργός της κυβέρνησης Σαμαρά, ήταν υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης της κυβέρνησης Σαμαρά και τα στερνά τιμούν τα πρώτα.
Σέβομαι, επίσης, απολύτως -και το λέω με ειλικρίνεια- τις απόψεις του κ. Αλιβιζάτου, τον τιμώ, εντούτοις όμως διαφωνώ με την κριτική του και δεν μπορώ να παραβλέψω ότι βρίσκεται και σε στενή συνεργασία τούτη την περίοδο με τον κ. Χρυσοχοΐδη. Αυτό σας τιμά, κύριε Χρυσοχοΐδη, αλλά διαφωνώ κάθετα με την άποψή του.
Εγώ όμως θέλω να σας θυμίσω την άποψη κάποιου που βρίσκεται στα έδρανά σας, λίγο παραδίπλα, συνταγματολόγου. Επιμεληθήκατε, κύριε Γεραπετρίτη… Δεν είναι κακό. Ακούστε.
Επιμεληθήκατε ένα έργο, την “Κατ’ άρθρο ερμηνεία του Συντάγματος”. Μεταξύ άλλων, ήσασταν κι εσείς ένας εκ των επιμελητών. Εκεί λοιπόν αναφέρεται και θα διαβάσω πάλι επί λέξει: «Το δικαίωμα στη συνάθροιση δεν υπόκειται…».
Εσείς το επιμεληθήκατε, κ. Γεραπετρίτη, και θα μας πείτε αν διαφωνείτε με αυτά που κάποτε επιμεληθήκατε. Μπορεί και να διαφωνείτε. Αφήστε με όμως να διαβάσω.
Μην ανησυχείτε. Αφήστε με να διαβάσω. Αντίκρουση επιχειρημάτων γίνεται σε αυτήν εδώ την αίθουσα, μην ανησυχείτε. Λέει λοιπόν σε ένα έργο, που λέγεται «Κατ’ άρθρο ερμηνεία» του Συντάγματος”, το οποίο μεταξύ άλλων έχει επιμεληθεί και ο καλός συνταγματολόγος και υπουργός σας, κύριε Μητσοτάκη, ο κ. Γεραπετρίτης, επί λέξει, το εξής: «Το δικαίωμα στη συνάθροιση δεν υπόκειται σε καθεστώς άδειας, αναγγελίας ή προληπτικού ελέγχου από τις αστυνομικές αρχές, όπως γινόταν σε ανώμαλες περιόδους παλαιότερα». Και το ερώτημά μου είναι: τι ακριβώς κάνετε, μας γυρίζετε στις ανώμαλες περιόδους; Αυτό κάνετε, όπως παλαιότερα;
Θυμίζω ότι κανένα ελληνικό Σύνταγμα, από το 1864 που κατοχυρώθηκε για πρώτη φορά το δικαίωμα της συνάθροισης, δεν επέβαλλε υποχρέωση γνωστοποίησης των συγκεντρώσεων.
Και κύριε Μητσοτάκη, μη μου κάνετε πάλι αυτά τα θεατρινίστικα, να σταυρώνετε τα χέρια και να λέτε «περιμένω, περιμένω», γιατί όταν το κάνατε την προηγούμενη φορά, την πατήσατε. Μην το κάνετε αυτό. Όλα θα σας τα καταθέσω.
Ηρεμήστε, κύριε Μητσοτάκη. Καταλαβαίνω, βρίσκεστε σε μια ανησυχία. Μετά από αυτό που πάθατε χθες, έχετε μια ανησυχία. Δεν είναι εύκολο πράγμα ο χορηγός σας να σας επιστρέφει 1,5 εκατομμύριο. Δεν είναι καθόλου εύκολο. Έχετε μια ανησυχία. Ακούστε εδώ την κριτική τώρα. Ακούστε την κριτική!
Θυμίζω λοιπόν ότι κανένα ελληνικό Σύνταγμα, από το 1864 που κατοχυρώθηκε για πρώτη φορά το δικαίωμα της συνάθροισης, δεν επέβαλλε υποχρέωση γνωστοποίησης των συγκεντρώσεων. Αυτό το έκαναν μόνο τα χουντικά ψευδοσυντάγματα.
Με τη φράση –διαβάζω αυτολεξεί και στην καθαρεύουσα- «Αι δημόσιαι συναθροίσεις πρέπει να γνωστοποιούνται δεόντως εις την αστυνομικήν αρχήν τεσσαράκοντα οκτώ ώρας προ της πραγματοποιήσεώς των.». Αυτά έλεγαν, «τεσσαράκοντα οκτώ ώρας». Δεν ξέρω αν εσείς το έχετε βάλει αυτό.
Η ρήτρα αυτή όχι απλώς δεν επαναλήφθηκε το 1975, αλλά συνειδητά απαλείφθηκε από το Σύνταγμα του 1975, τη σφραγίδα του οποίου έχει ο Κωνσταντίνος Καραμανλής. Το παραδεχόμαστε. Αλλά, συνειδητά, απαλείφθηκε.
Κατασκευάζετε λοιπόν έναν νέο λόγο απαγόρευσης συγκεντρώσεων, που δεν προβλέπεται στο Σύνταγμά μας και που δεν επιτρέπεται να προστεθεί με νόμο, εφόσον δεν προβλέπεται στο Σύνταγμά μας.
Αλλά υπάρχουν και χειρότερα, το άρθρο 8 του νομοσχεδίου. Λέει: «Η αστυνομία μπορεί να επιβάλλει περιορισμούς σε μία συγκέντρωση». Τι είναι οι «περιορισμοί»; Είναι σκληρές, επιτακτικές, δεσμευτικές διαταγές, αυτό είναι οι «περιορισμοί» της αστυνομίας.
Το άρθρο 9 λέει ότι αν η συγκέντρωση δεν συμμορφωθεί στις υποδείξεις, τότε η αστυνομία μπορεί να τη διαλύσει. Νέος λοιπόν λόγος διάλυσης: όταν η συγκέντρωση δεν συμμορφώνεται στις αστυνομικές υποδείξεις, ακόμα και αν αυτή η συγκέντρωση ούτε τη δημόσια ασφάλεια απειλεί ούτε την κοινωνικοπολιτική, κοινωνικοοικονομική ζωή διαταράσσει.
Ίσως, όμως, το πιο εντυπωσιακό στο νομοσχέδιο αυτό δεν είναι σε αυτά που λέει, αλλά είναι σε αυτά που παραλείπει. Και μία, ιδίως, έλλειψη θα έλεγα ότι είναι εκκωφαντική. Απουσιάζει οποιαδήποτε διάταξη που να περιορίζει, έστω κάπως, την αστυνομία. Είναι εντυπωσιακό ότι ενώ αρχικά δεν διστάσατε να ποινικοποιήσετε ακόμη και την απλή συμμετοχή πολιτών σε διαδήλωση, κάτι που μαζέψατε άρον-άρον βεβαίως, μετά την καθολική κατακραυγή, δεν προβλέψατε εντούτοις ούτε την παραμικρή απαγόρευση, την παραμικρή υποχρέωση, την παραμικρή ευθύνη για τις αστυνομικές αρχές.
Ακόμα και το άρθρο 6, που ψευδεπίγραφα επιγράφεται «Υποχρεώσεις της αστυνομικής αρχής», ακούστε τι λέει: «Η αστυνομία λαμβάνει κάθε αναγκαίο μέτρο, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία». Άρα, ακόμη και αυτό το άρθρο εξουσίες δίνει στην αστυνομία, όχι περιορισμούς. Ποιο είναι λοιπόν το μήνυμα που δίνετε προς τα σώματα ασφαλείας, προς την αστυνομία; Το μήνυμα είναι σαφές κι είναι ένα μήνυμα εφιαλτικό. Είναι το μήνυμα: «το κράτος είστε εσείς», όπως κάποτε είχε πει ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης.
Επομένως, εδώ υπονοείτε ότι το κράτος είστε εσείς, βαράτε ελεύθερα, μη σας νοιάζει, κανείς δεν πρόκειται να σας ζητήσει ευθύνες. Κι αυτό δεν είναι κάτι που μπορεί να συμβαίνει σε ένα δημοκρατικό κράτος, που απαιτεί λογοδοσία, που απαιτεί ευθύνη, δημοκρατική ευθύνη από τα Σώματα Ασφαλείας. Το μήνυμα αυτό φυσικά το έχει δώσει, χωρίς να υπάρχει θεσμικό πλαίσιο, ο κ. Χρυσοχοΐδης έναν χρόνο τώρα. Απλά, σε αυτό το μήνυμα που έχει δώσει αποτυπώνεται και θεσμικά όλη η πολιτική της καταστολής, αποτυπώνονται και θεσμικά όλα αυτά που είδαμε έναν χρόνο τώρα στη χώρα. Η εισβολή στην οικία Ινδαρέ, η επέμβαση σε κινηματογράφους για να συνετιστούν οι νέοι που έβλεπαν την ταινία «Τζόκερ», η απόβαση των ΜΑΤ στα νησιά, το απρόκλητο ξύλο σε νέους που ήταν σε πλατείες, η απρόκλητη βία σε μετανάστες, πρόσφυγες, νέους ανθρώπους και τόσα άλλα που είδαμε.
Το τελευταίο, όμως, και ίσως το πιο επικίνδυνο σημείο του νομοσχεδίου, που θα ήθελα να επισημάνω, είναι αυτή η ασύλληπτη για μια δημοκρατική κοινωνία ρύθμιση του άρθρου 13. Κάθε συγκέντρωση, λέει, οφείλει να ορίσει ένα συγκεκριμένο πρόσωπο ως οργανωτή -τονίζω το «ένα συγκεκριμένο πρόσωπο»- ο οποίος, προσέξτε, θα έχει την πλήρη και προσωπική ευθύνη να αποζημιώσει τις ζημιές που τυχόν θα προκύψουν κατά τη διάρκεια της συγκέντρωσης. Σκεφτείτε τώρα: θέλει λοιπόν να οργανώσει μία διαδήλωση ο σύλλογος των ατόμων με αναπηρία, των συνανθρώπων μας με αναπηρία, μπροστά στη Βουλή, όπως πολλές φορές έχουν κάνει.
Και ακούστε με λίγο. Ξαναλέω, θέλει λοιπόν να οργανώσει μια διαμαρτυρία και έρχεται μια άλλη διαδήλωση ή κάποιος προβοκάτορας -δεκάδες φορές το έχουμε δει να συμβαίνει στις μέρες μας, δυστυχώς, αλλά συμβαίνει- και πετάει μια βόμβα μολότοφ και μετά καίει ένα αυτοκίνητο. Έχει δηλώσει λοιπόν ο σύλλογος των αναπήρων τον υπεύθυνο. Ποιος θα πληρώσει τη ζημιά;
Προφανής σκοπός αυτής της ρύθμισης λοιπόν είναι να λειτουργήσει αποτρεπτικά σε κάθε διαμαρτυρία, να εξαναγκάσει οργανώσεις, να εξαναγκάσει συλλογικότητες και ομάδες να αυτοπεριοριστούν, να αυτολογοκριθούν, να εγκαταλείψουν την ιδέα διοργάνωσης μιας συγκέντρωσης διαμαρτυρίας. Αυτός είναι ο στόχος του νομοσχεδίου σας και αυτό είναι βαθιά αντιδημοκρατικό.
Απ’ όπου κι αν το πιάσει κανείς αυτό το νομοσχέδιο, θα έλεγα ότι είναι ντροπή για κάθε δημοκρατικό πολίτη. Όμως, δεν μπορώ να μην κάνω την αναφορά. Μεγαλύτερη ντροπή είναι να ψηφίζεται αυτό το νομοσχέδιο και από δημοκρατικές δυνάμεις. Μεγαλύτερη ντροπή είναι να το ψηφίζετε εσείς, κυρία Γεννηματά, αυτό το νομοσχέδιο. Εντάξει η Ελληνική Λύση. Εντάξει ο κ.Βελόπουλος. Εντάξει.
Μπορεί κάποιοι να ζήλεψαν τη διαδρομή σας, κύριε Χρυσοχοΐδη, από αυτά τα έδρανα στα αριστερά του Κοινοβουλίου και στο κέντρο, στα δεξιά έδρανα του Κοινοβουλίου, να ζηλεύουν που κάθεστε δίπλα με όσους καθόσασταν, μαζί με τον κ. Μητσοτάκη και πολλούς υπουργούς της δεξιάς επί Σαμαρά, στα κυβερνητικά έδρανα μιας παράταξης που άφησε απροστάτευτη τη χώρα το 2009, με ένα έλλειμμα 15%, και την οδήγησε στη χρεοκοπία και στα μνημόνια. Εκεί την οδήγησε.
Σε αυτά τα έδρανα καθόσαστε και αργότερα στα έδρανα της παράταξης που βύθισε τη χώρα σε βαθιά ύφεση και στον αυταρχισμό των μνημονίων του κ. Σαμαρά. Σας το είπε και ο κ. Μητσοτάκης προχθές και νομίζω σε αυτό είχατε δίκιο, κύριε Μητσοτάκη, είχατε απόλυτο δίκιο ότι ήσασταν μαζί.
Το θέμα όμως είναι τι κοιτάει κανείς για το μέλλον και αν το μέλλον μπορεί να είναι για τον δημοκρατικό χώρο να ξαναβρεθείτε εκεί που είναι τώρα ο κ. Χρυσοχοΐδης. Μπορεί να λείπουν σε ορισμένους τα κυβερνητικά έδρανα, ανθρώπινο είναι. Δεν πρέπει όμως να ξεχνούν ποιες ρίζες και ποια παράδοση εκπροσωπούν. Ποια ιστορική παράδοση εκπροσωπούν.
Διότι, με τέτοιες αποφάσεις απομακρύνονται, έρχονται σε ρήξη με την παράδοση αυτή. Είναι δικαίωμα του καθενός, αλλά να μην στεναχωριόνται γιατί η δημοκρατική παράταξη σε αυτόν τον τόπο έχει συνέχεια και θα έχει συνέχεια με τον ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία.
Όσο για την παντελώς προσχηματική, αν όχι υποκριτική, απόπειρα να εμπλέξετε τις δικαστικές και εισαγγελικές αρχές στον αντιδημοκρατικό αυτόν κατήφορο, την απάντηση σας την έδωσε η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος. Άσφαιρα τα πυρά των δήθεν δικαστικών εγγυήσεων, τις οποίες μάλιστα πανηγύριζε ως μεγάλη επιτυχία το ΚΙΝΑΛ στην απέλπιδα προσπάθεια να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα. Γιατί, όχι μόνο είναι πρακτικά ανεφάρμοστη, αλλά και αντισυνταγματική η σύμπραξη δικαστικών λειτουργών σε μια σύνθετη διοικητική ενέργεια της απαγόρευσης διαδηλώσεων.
Και, βεβαίως, μια τελευταία παρατήρηση είναι πως πολύ ταιριαστά, θα έλεγα, συστήνετε και την υποτιθέμενη και επίσης ψευδεπίγραφη Διεύθυνση Καταπολέμησης της Βίας, βασικός σκοπός της οποίας είναι, όπως ανερυθρίαστα συνομολογείτε, να πατάξετε τη ριζοσπαστικοποίηση της ελληνικής κοινωνίας. Μη χειρότερα, θα έλεγα εγώ. Μου θυμίζει τον ασθενή που χρειάζεται επείγουσα χειρουργική επέμβαση, για να πατάξουμε τώρα όχι τον Κομμουνισμόν, αλλά τη ριζοσπαστικοποίηση της ελληνικής κοινωνίας.
Τι ακριβώς να πατάξετε, δηλαδή; Ποιοι είναι οι εχθροί σας; Είναι οι εχθροί σας όσες και όσοι ονειρεύονται μιαν άλλη, μια καλύτερη κοινωνία; Όσες και όσοι διεκδικούν τον ριζικό εκδημοκρατισμό του κράτους και της κοινωνίας, την εξάλειψη των διακρίσεων και των ανισοτήτων; Όσοι διεκδικούν ένα καλύτερο αύριο, ασκώντας τις συλλογικές και δημοκρατικές τους ελευθερίες; Αυτοί είναι οι εχθροί σας; Και δεν σας αρκεί να τους κάνετε να σιωπήσουν, θέλετε να τους κηρύξετε και παράνομους, θέλετε να τους πατάξετε, γιατί οτιδήποτε ριζοσπαστικό φαίνεται σας προκαλεί δυσανεξία.
Και στη δικιά σας υγειά, να είστε καλά!
Κύριε Μητσοτάκη, υπάρχει ένα βαρύ ιστορικό φορτίο πίσω από όλα αυτά που προσπαθείτε να κάνετε. Είστε η παράταξη που βάλλει, ιδιαίτερα την πρόσφατη δεκαετία, κατά της μεταπολίτευσης. Για σας η μεταπολίτευση είναι ίσως η αιτία όλων των δεινών, ένα όργιο σπατάλης, συντεχνιών, αναρχίας, φαυλότητας. Επενδύσατε σε αυτό, δουλέψατε σκληρά μαζί με συνοδοιπόρους σας να δημιουργήσετε μια εικόνα, να μετατρέψετε περιθωριακά ακροδεξιά στερεότυπα σε κυρίαρχη αφήγηση και αυτό φάνηκε και στο ίδιο σας το κόμμα. Το κόμμα σας σήμερα έχει νομιμοποιήσει και εντάξει ως ηγετικά στελέχη κάποια μετανοημένα παλαιότερα μέλη της νεολαίας του δικτάτορα Παπαδόπουλου, αρνητές των νεκρών του Πολυτεχνείου. Ήταν, λοιπόν, αναπόφευκτο, όσο και να προσπαθείτε να χτίσετε το μετριοπαθές προφίλ σας, ότι μια μέρα θα φτάναμε και στη σημερινή συζήτηση, στην οποία θα αποκαλυπτόταν φυσικά η ιστορική σας τοποθέτηση. Γιατί σήμερα πιστεύω ότι δεν ξηλώνετε, όπως νομίζετε, την ιδεολογική ηγεμονία της Αριστεράς, αλλά επιχειρείτε να ξηλώσετε ένα κομμάτι της δημοκρατικής παράδοσης του τόπου, ακόμα και της δικής σας παράταξης,του πρώτου μεταπολιτευτικού Συντάγματος επί διακυβέρνησης Κωνσταντίνου Καραμανλή.
Κύριε Μητσοτάκη, η Δεξιά που εσείς εκπροσωπείτε συνήθιζε να κάνει πολιτική πολλές φορές με τη συκοφαντία εναντίον πολιτικών αντιπάλων, ενίοτε και εναντίον της ίδιας της ιστορίας. Αυτό που σήμερα προσπαθείτε να ξηλώσετε, νομίζω, είναι η δημοκρατική κατάκτηση μιας πολύτιμης ιστορικής περιόδου, της περιόδου της Μεταπολίτευσης. Γιατί η Μεταπολίτευση, όσο κι αν πολλές φορές αισθανόμαστε ότι έφερε και δυσκολίες, πολλές φορές την αντιμαχόμαστε, μας έδωσε όμως το συμβόλαιο για την ομαλότερη δημοκρατική περίοδο στην πατρίδα μας.
Εγώ, κύριε Μητσοτάκη και κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είμαι σχετικά νεότερος-όχι ο νεότερος σε αυτήν την αίθουσα, βεβαίως, αλλά από τους νεότερους-, διότι γεννήθηκα τη χρονιά της μετάβασης στη δημοκρατία. Εσείς είστε λίγο μεγαλύτερος, αλλά ενδεχομένως οι παραστάσεις μας να είναι τελείως διαφορετικές. Εγώ είμαι από την πρώτη γενιά των Ελλήνων που δεν γνώρισε τις διώξεις, τον αυταρχισμό, τα πραξικοπήματα, τις παρεμβάσεις του παλατιού στην ομαλή πολιτική λειτουργία. Είμαι από τους τυχερούς Έλληνες, θα έλεγα, που γεννηθήκαμε και μεγαλώσαμε χωρίς να τραβήξουμε όσα οι προηγούμενοι από εμάς, είτε ήταν αριστεροί, είτε κομμουνιστές, είτε σοσιαλιστές, είτε κεντρώοι, είτε δημοκράτες, από όλο το πολιτικό φάσμα. Η δική μου γενιά και αυτές που ακολούθησαν, μεγαλώσαμε σε μια Ελλάδα που έβαζε τα θεμέλια μιας νεοπαγούς δημοκρατίας, μια Ελλάδα που εξέλισσε σε προοδευτική κατεύθυνση το Σύνταγμα της, που θέσπισε ένα σύγχρονο οικογενειακό δίκαιο, που προστάτευσε τα εργατικά και συνδικαλιστικά δικαιώματα, που θέσπισε τη δημόσια και δωρεάν υποχρεωτική εκπαίδευση, που θέσπισε το Εθνικό Σύστημα Υγείας και πολλά ακόμη. Αυτά είναι για μας το συμβόλαιο της Μεταπολίτευσης, κύριοι της Νέας Δημοκρατίας. Αυτά είναι το συμβόλαιο της Ελλάδας που για σαράντα πέντε χρόνια, παρά τις δυσκολίες, συνεχίζει το δρόμο της δημοκρατικής ομαλότητας, για πρώτη φορά σε τόσο μεγάλο διάστημα στα διακόσια χρόνια του σύγχρονου ελληνικού κράτους.
Και αυτό το συμβόλαιο δεν γράφτηκε μόνο σε χαρτί. Αυτό το συμβόλαιο γράφτηκε και στον δρόμο. Αυτό το συμβόλαιο γράφτηκε με αγώνες. Γράφτηκε από την ψυχή και την καρδιά κάθε Ελληνίδας και κάθε Έλληνα που ήθελαν ένα καλύτερο, ένα πιο δίκαιο μέλλον για τα παιδιά μας.
Γράφτηκε αυτό το συμβόλαιο από τους ανθρώπους που υπέμειναν τα βάσανα μιας ζωής για να κρατούν αναμμένο τον φάρο της δημοκρατίας, ακόμα και στις πιο σκοτεινές εποχές. Γράφτηκε από τους νέους του αντιδικτατορικού αγώνα, από τη γενιά της πολιτικής αλλαγής το ΄81 μέχρι όμως και το ΄90 και ΄91 και τους μαθητικούς αγώνες, τα μαθητικά κινήματα και το ΄97, από τους φοιτητές του άρθρου 16, από τη γενιά του Αλέξη Γρηγορόπουλου, μέχρι και τις πλατείες της αντιμνημονιακής πάλης.
Όλοι αυτοί προστάτευσαν και προστατεύσαμε το συμβόλαιο της Μεταπολίτευσης, όταν εσείς σε όλα αυτά βρεθήκατε απέναντι, μόνοι, παρατεταμένοι από την ιστορία και το λαϊκό αίσθημα.
Και σήμερα πάλι μόνοι, με μοναδική παραφωνία αυτούς που αποφάσισαν να πάνε από την αλλαγή στη μετάλλαξη. Μόνοι, όμως, γιατί ο δημοκρατικός κόσμος, να το ξέρετε, δεν σας συμμερίζεται.
Πάτε σήμερα να ξεμπερδέψετε με τη ρίζα του κακού, τη ρίζα της αμφισβήτησης. Τη ρίζα όμως της δημοκρατίας και του συνταγματικού δικαιώματος κάθε πολίτη να ελέγχει την ίδια του την κυβέρνηση και να διεκδικεί μια καλύτερη ζωή, δεν μπορείτε να την ξεριζώσετε. Να ελέγχει την κυβέρνηση όχι κάθε τέσσερα χρόνια που ψηφίζει, αλλά κάθε μέρα, διότι αυτό είναι δημοκρατία.
Είναι κομβική η στιγμή που επιλέγετε να επιτεθείτε με τέτοιο τρόπο στη δημοκρατία. Γιατί αυτοί που φοβάστε, είναι αυτοί που σας πίστεψαν ένα χρόνο πριν, αυτοί που βλέποντας ότι η χώρα περνά σε μια νέα φάση χωρίς μνημόνια, ύφεση και λιτότητα είδαν σε εσάς μια εναλλακτική λύση, γιατί αυτό είναι η δημοκρατία στο τέλος-τέλος και η εναλλαγή των κομμάτων.
Με την ελπίδα, όμως, τότε ότι τα δύο κόμματα πλέον θα συγκρουστούν σε μια νέα βάση στη βάση του ποιος από τους δύο θα εγγυηθεί μια ομαλή αναπτυξιακή πορεία για τη χώρα και για την κοινωνία την επόμενη δεκαετία. Αυτή η προοπτική όμως αρχίζει και ξεφτίζει. Το καύσιμο της παραπλάνησης αρχίζει και στενεύει επικίνδυνα. Οι ευγνώμονες υπήκοοι αποδεικνύονται ανήσυχοι πολίτες. Και εκεί που νομίζατε ότι θα βλέπουν για πάντα τον σωτήρα αρχίζουν σιγά-σιγά να βλέπουν τον πρωθυπουργό της μεγαλύτερης ύφεσης που έχει καταγράψει η ελληνική οικονομία στη μεταπολεμική περίοδο.
Και αρχίζει αυτός ο κόσμος να προβληματίζεται, γιατί δεν σας βλέπουν να ασχολείστε με τα προβλήματα της καθημερινότητάς τους, ασχολείστε με φιέστες, ασχολείστε με τα στημένα σας πορτρέτα, με τη σπίλωση των πολιτικών σας αντιπάλων και σήμερα με την περιστολή του ίδιου του Συντάγματος.
Και κατανοεί αυτός ο κόσμος που σας πίστεψε ότι ο δήθεν άτρωτος ηγέτης έχει εντέλει φιλοτεχνήσει μια χάρτινη ηγεμονία. Και αρχίζει να αναζητά πιο παραδοσιακά καταφύγια από αυτά της εικόνας, το καταφύγιό του γκλοπ και της ασπίδας!
Δεν είστε ο πρώτος πρωθυπουργός της Νέας Δημοκρατίας που καταφεύγει σε αυτήν τη μέθοδο. Είστε όμως ο πρώτος που το κάνει τόσο σύντομα και με τόσο κυνισμό.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, που σήμερα θα ψηφίσετε αυτό το νομοθέτημα, δεν θα σας πω ότι θα κριθείτε από την ιστορία. Είμαι σίγουρος ότι πολλούς από εσάς αυτό δεν σας ενδιαφέρει. Θα σας πω ότι έχετε ήδη κριθεί, διότι έχετε αποπειραθεί να ξηλώσετε ένα λιθαράκι σημαντικό από το θεμέλιο το δημοκρατικό, το συνταγματικό της πατρίδας μας. Δεν είστε, όμως, τόσο ισχυροί ούτε τόσο ικανοί αυτό να το καταφέρετε εντέλει. Διότι τα δημοκρατικά θεμέλια αυτής της χώρας εγγράφονται μεν στο Σύνταγμα, αλλά πάνω από όλα εγγράφονται στη συνείδηση κάθε πολίτη αυτής της χώρας.
Αυτά είναι τα θεμέλια πάνω στα οποία η κάθε γενιά έβαλε το δικό της λιθαράκι για να γίνει η Ελλάδα μια σύγχρονη δημοκρατική ευρωπαϊκή χώρα με έναν λαό που πάντα στα δύσκολα έβρισκε απάντηση. Και έβρισκε απάντηση, πού; Στη δημοκρατία. Και αυτό θα κάνει και πάλι. Πάλι, λοιπόν, η απάντηση θα είναι η ίδια: θα είναι η δημοκρατία. Και νομοσχέδια σαν το σημερινό, θα βρουν, πιστεύω, τη θέση που τους αξίζει στον σκουπιδοτενεκέ της ιστορίας.
Σας ευχαριστώ.
 Δευτερολογία του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ στη Βουλή στο πλαίσιο της συζήτησης του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη: "Δημόσιες υπαίθριες συναθροίσεις και άλλες διατάξεις"

Πρώτα απ’ όλα, κύριε Μητσοτάκη, είναι ωραίος ο πολιτικός διάλογος και μάλιστα σε ήρεμο ύφος στη Βουλή, αλλά όταν ακούω πολλές φορές τη δευτερολογία σας, έχω την αίσθηση ότι γίνεται διάλογος μεταξύ κωφών. Δεν ακούτε τι λέω, επαναλαμβάνετε τα ίδια.
Θα προσπαθήσω, για να είμαι σύντομος, να μην απαντήσω σε όλα τα επιχειρήματα σας. Θα μείνω σε δύο μόνο. Το πρώτο είναι το νομοσχέδιο το οποίο σήμερα συζητάμε. Σας είπα από του βήματος της Βουλής ότι υπάρχει ήδη ένα θεσμικό πλαίσιο χρόνια τώρα, το οποίο είναι απόλυτα εναρμονισμένο με το Σύνταγμα. Το Σύνταγμα προβλέπει δύο λόγους για τους οποίους μπορεί να μπαίνει σε ρύθμιση, να περιορίζεται το συνταγματικό δικαίωμα της διαμαρτυρίας και της διαδήλωσης. Ο ένας λόγος είναι η δημόσια ασφάλεια και ο δεύτερος είναι αυτό που ονομάζουμε κοινωνική και οικονομική ειρήνη.Δεν το λέω αυτολεξεί όπως τολέει το Σύνταγμα, κάνω μια ελεύθερη μετάφραση, αλλά είμαι νομίζω ακριβοδίκαιος στην ερμηνεία.
Εσείς τι έρχεστε να κάνετε σήμερα; Πρώτον, αγνοείτε ότι υπάρχει πλαίσιο ρύθμισης. Σας είπα από του βήματος ότι το ένα αφορά προεδρικό διάταγμα επί των ημερών του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη το 1991, αν δεν κάνω λάθος, που προβλέπει τη δυνατότητα ακόμα και να απαγορεύονται οι δημόσιες συναθροίσεις όταν υφίσταται σημαντικός λόγος δημόσιας ασφάλειας. Και έχει γίνει πολλές φορές. Και επί των ημερών σας και επί των ημερών μας. Όχι, βεβαίως, σε τόσο μεγάλη χρήση επί των ημερών μας. Έχει γίνει,όμως.
Για τον δεύτερο, που είναι η διατάραξη της κοινωνικής και οικονομικής ειρήνης, υπάρχει επίσης διάταγμα επί των ημερών σας, από την κυβέρνηση Σαμαρά, από τον κ. Δένδια, υπουργό τότε Δημόσιας Τάξης, που έφερε διάταγμα και πλαίσιο ώστε να περιορίζονται οι διαδηλώσεις όταν αυτές είναι ολιγάριθμες. Άρα, υπάρχει πλαίσιο.
Όλη σας η επιχειρηματολογία ότι δήθεν εμείς θέλουμε να μην υπάρχει καμία ρύθμιση στην οικονομική και κοινωνική ζωή της πόλης, ότι δήθεν εμείς είμαστε με το ανεξέλεγκτο των διαδηλώσεων, ενώ εσείς έχετε ως μοναδικό στόχο τη ρύθμιση και τίποτα παραπάνω, εφόσον δεν απαντάτε σε αυτό το οποίο σας λέω, είναι έωλη.
Έρχεστε, λοιπόν, σήμερα εσείς και στους δύο προβλεπόμενους από το Σύνταγμα λόγους προσθέτετε και άλλους δύο λόγους. Η μη γνωστοποίηση από τους διοργανωτές προς την αστυνομία της οργάνωσης διαμαρτυρίας δεν προβλέπεται από το Σύνταγμα, καθώς και η άρνηση να υπακούσουν οι οργανωτές και οι διαδηλωτές στις εντολές της αστυνομίας, οι οποίες κάθε φορά υπόκεινται στην υποκειμενική κρίση της πολιτικής τους ηγεσίας. Και σας λέμε ότι αυτοί οι δύο λόγοι είναι πέρα και έξω από το γράμμα και το πνεύμα του Συντάγματος. Αυτό σας λέμε. Τους οποίους προσθέτετε εσείς σήμερα. Κάνετε πως δεν καταλαβαίνετε τι σας λέμε.
Επίσης, η αναφορά μου σε ένα κείμενο μιας σημαντικής συνταγματολόγου που, εν πάση περιπτώσει, επιμελήθηκε ο κ. Γεραπετρίτης -δεν είπα εγώ ότι το έγραψε, μία ερώτηση έκανα…
Αφήστε τα αυτά τώρα. Αφήστε τα. Σας απάντησα. Θα μπορούσε να απαντήσει με μια μόνο λέξη: «Δεν συμφωνώ». Αφήστε τα, όμως, αυτά.
Εν τοιαύτη περιπτώσει, αυτό το οποίο διάβασα από τη συγκεκριμένη παράγραφο λέει το πάρα πολύ συγκεκριμένο, ότι αυτό γινόταν. Δηλαδή, καθεστώς άδειας αναγγελίας ή προληπτικού ελέγχου από τις αστυνομικές αρχές γινόταν σε ανώμαλες περιόδους παλαιότερα.
Εσείς φεύγετε ή δεν θέλετε να μπείτε στην ουσία αυτού που σας είπα και κάνετε μια ολόκληρη διαμάχη για το αν εγώ είπα στον κ. Γεραπετρίτη τι έγραψε, τι δεν έγραψε. Στην ουσία, σας λέω. Συμφωνείτε ή δεν συμφωνείτε με αυτό; Αυτό σας ρώτησα. Και σας λέω: Δηλαδή, έχουμε ανώμαλες περιόδους σήμερα και χρειάζεται να μπούμε ξανά σε αυτό το καθεστώς, το οποίο προβλεπόταν στο ψευδοσύνταγμα της περιόδου της δικτατορίας, και πρέπει να έρθουμε ξανά σήμερα εδώ;
Το Επιστημονικό Συμβούλιο της Βουλής σας έθεσε ξεκάθαρα την άποψή του περί αντισυνταγματικότητας. Η Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, επίσης, έχει γνωστοποιήσει τη θέση της για το νομοσχέδιο σας, είναι αντίθετη. Μην κάνετε, λοιπόν, ότι δεν καταλαβαίνετε την ουσία των επιχειρημάτων και εδώ διεξάγουμε έναν διάλογο μεταξύ κωφών.
Κλείνω με αυτό. Όπως υποσχέθηκα, θα είμαι πάρα πολύ σύντομος, κύριε πρόεδρε.
Κύριε Μητσοτάκη, τη Μεταπολίτευση σε αυτό τον τόπο την έφεραν οι αγώνες του ελληνικού λαού για δημοκρατία και προκοπή, οι αγώνες του αντιδικτατορικού κινήματος. Οι αγώνες αυτοί, μαζί με το Πολυτεχνείο και τη ριζοσπαστικοποίηση της νεολαίας το 1973, έφεραν τη Μεταπολίτευση στον τόπο.
Κύριε Μητσοτάκη, κάπου μπερδεύεστε.
Εγώ είμαι τέκνο της περιόδου εκείνης και μιας εποχής που πράγματι έβαλε ξανά τη χώρα σε μια ρότα κανονικότητας, κοινωνικής ειρήνης, δημοκρατίας και προόδου, ιδιαίτερα τη δεκαετία του 1980.
Η Μεταπολίτευση, βεβαίως, δεν είναι μια περίοδος που τελειώνει, κλείνει. Συνεχίζει. Βρισκόμαστε στην μετέπειτα περίοδο. Μετά τα μνημόνια, είχαμε μια καθοριστική τομή. Οι παρατάξεις που κυβέρνησαν τον τόπο κρίθηκαν και για τις επιλογές τους στα χρόνια εκείνα, αλλά και για τις μετέπειτα επιλογές τους.
Εγώ άσκησα και συνεχίζω να ασκώ κριτική στα κόμματα εξουσίας για τον τρόπο που διαχειρίστηκαν τα οικονομικά της χώρας και για όλες αυτές τις κατακτήσεις του λαού μας από τη δεκαετία του 1990 και μετά, από την είσοδο στην ΟΝΕ, που έγινε με στοιχεία και με δυνατότητες της ελληνικής οικονομίας που δεν μπορούσε να ανταπεξέλθει, αλλά και αργότερα, καθώς και για τον τρόπο με τον οποίον διαχειριστήκατε και εσείς κυρίως ως παράταξη -κυρίως εσείς- μία λογική πελατειακού κράτους και πελατειακών σχέσεων. Η παράταξή σας οδήγησε στα μνημόνια και τη χρεοκοπία, οδήγησε σε σκάνδαλα και σε διασπάθιση του δημόσιου χρήματος. Αυτά δεν είναι κατακτήσεις των αγώνων του ελληνικού λαού της Μεταπολίτευσης. Αυτά είναι ευθύνες και οι επιλογές της παράταξής σας και του κυβερνώντος κόμματος τότε, του ΠΑΣΟΚ, που κρίθηκε από την ιστορία γι’ αυτό.
Θέλω λοιπόν να κλείσω λέγοντάς σας ότι η διαφορά ανάμεσα σε μας, κύριε Μητσοτάκη, που ασκήσαμε κριτική στα κακώς κείμενα της Μεταπολίτευσης, αλλά ήμασταν και είμαστε εδώ για να υπερασπιστούμε τις μεγάλες κατακτήσεις του ελληνικού λαού και τη ριζοσπαστικοποίηση του αντιδικτατορικού κινήματος, που τώρα την ποινικοποιείτε. Η διαφορά μας ξέρετε ποια είναι; Είναι ότι εμείς κάνουμε κριτική, αλλά είμαστε εδώ να κάνουμε και αυτοκριτική, γιατί κυβερνήσαμε.
Λέει ο κ. Βελόπουλος ότι «κυβερνήσατε τεσσεράμισι χρόνια». Ναι, κυβερνήσαμε. Δεν φέραμε, όμως, εμείς τα δεινά που έφερε η παράταξή σας στον τόπο. Δεν χρεοκοπήσαμε εμείς τον τόπο. Δεν φέραμε εμείς 15% έλλειμμα. Εμείς φέραμε πλεονάσματα και 37 δισεκατομμύρια στα δημόσια ταμεία.
Ήμασταν η μόνη κυβέρνηση που έφυγε αφήνοντας γεμάτα τα δημόσια ταμεία. Δεν πήγαμε εμείς το χρέος από το 124% στο 180%. Δεν μειώσαμε εμείς κατά 25% το ΑΕΠ της χώρας από το 2012 ως το 2015.
Κυρίως, δεν είμαστε εμείς αυτοί οι οποίοι δημιουργήσαμε τα μεγάλα σκάνδαλα της Μεταπολίτευσης, που έχουν ευθύνη για τη χρεοκοπία του τόπου.
Δεν έχετε πάρει ποτέ ως παράταξη συλλογικά, και εσείς και η σημερινή ηγεσία του Κινήματος Αλλαγής, παρά τα πολλά θετικά που έχει κάνει το ΠΑΣΟΚ στην ιστορία του –βεβαίως, και εσείς έχετε κάνει, η παράταξή σας, πολλά θετικά- ούτε μία φορά δημόσια την πολιτική ευθύνη για όλα αυτά τα οποία έφεραν τον τόπο στα πρόθυρα της χρεοκοπίας. Ούτε μια φορά δεν σας άκουσα να αναλαμβάνετε την πολιτική ευθύνη για το σκάνδαλο της Siemens, για το σκάνδαλο των εξοπλιστικών, για το σκάνδαλο της Novartis, παρά μονάχα συνεχώς επιμένετε να μιλάτε για σκευωρία. Να αναλάβετε, λοιπόν, και τις πολιτικές ευθύνες για όλα αυτά που σας βαραίνουν.
Εμείς θα είμαστε εδώ για να υπερασπιζόμαστε τους δημοκρατικούς αγώνες του ελληνικού λαού. Γιατί πάντοτεο ελληνικός λαός βρίσκει διέξοδο στη δημοκρατία για να υπερασπιστεί την κοινωνική συνοχή, την προκοπή, την πρόοδο αυτού του τόπου.

Παρέμβαση μετά την τοποθέτηση του Γ. Γεραπετρίτη
Κύριε Γεραπετρίτη, αξιοποιήσατε εξίμισι λεπτά σε πολύ μεγάλη ένταση, για να απαντήσετε κάτι το οποίο θα μπορούσατε να είχατε απαντήσει σε μισό λεπτό.  Ούτε μισό λεπτό. Δεκαπέντε δευτερόλεπτα.
Σας ρώτησα αν στο κείμενο αυτότης συγγραφέως, στο οποίο ήσασταν επιμελητής, όχι συγγραφέας, συμφωνείτε με τη διατύπωση ότι το δικαίωμα της συνάθροισης δεν υπόκειται σε καθεστώς άδειας αναγγελίας ή προληπτικού ελέγχου από αστυνομικές αρχές, όπως γινόταν σε ανώμαλες περιόδους…
Εντούτοις, εσείς σε εξίμισι ολόκληρα λεπτά, απαντώντας μου αντ’ αυτού για άλλη μία φορά, ίσως γιατί δεν τα έχει έτοιμα τα επιχειρήματα ο πρωθυπουργός, επιχειρήσατε να νομιμοποιήσετε απολύτως τη συγγραφέα –και καλά κάνατε και τη νομιμοποιήσατε- αλλά δεν απαντήσατε, λέγοντας μου ότι «διαφωνώ με αυτή την άποψη του έργου το οποίο επιμελήθηκα». Τόσο πολύ απλά. Θα μπορούσατε να μου απαντήσατε ότι διαφωνείτε, κύριε Γεραπετρίτη. 
Ο κ. Μητσοτάκης στον ελεύθερό του χρόνο διαβάζει Dworkin. Εγώ θα διαβάζω Γεραπετρίτη. Δεν είμαστε όλοι τυχεροί σ’ αυτόν τον κόσμο. Κάποιοι είναι πιο τυχεροί. Εγώ θα είμαι λιγότερο τυχερός.
Η ουσία, όμως, κύριε Γεραπετρίτη, είναι ότι επειδή κάποτε περάσατε από τον δημοκρατικό χώρο, αλλά τώρα βρίσκεστε στα έδρανα της Δεξιάς, δεν είστε εσείς κριτής ούτε έχετε το δικαίωμα να κρίνετε ποιον η Αριστερά θα τιμά και σε ποιον θα κάνει κριτική. Αν η Αριστερά θα κάνει κριτική σε ανθρώπους που πέρασαν από την Αριστερά και τώρα είναι απέναντι ή αν δεν θα κάνει.
Τιμητής εσείς που βρίσκεστε τώρα  στα έδρανα της παράταξης που επιχειρεί την πιο μεγάλη θεσμική εκτροπή σε ό,τι αφορά το δικαίωμα των δημοκρατικών στη συνάθροιση και τη διαδήλωση δεν θα κάνετε σε μας, κύριε Γεραπετρίτη. Να το καταλάβετε καλά.

Παρέμβαση μετά την τοποθέτηση της Φ. Γεννηματά
Δεν μπορώ παρά να απαντήσω στην κ. Γεννηματά, όχι στον ίδιο τόνο και στο ίδιο ύφος, αλλά στο πολιτικό περιεχόμενο όσων είπε για τον ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι και κυρία Γεννηματά, ξέρετε, στη ζωή και στην πολιτική υπάρχουν ορισμένες κορυφαίες στιγμές που κανείς καλείται να πάρει κορυφαίες στρατηγικές αποφάσεις, είτε το συνειδητοποιεί είτε όχι. Κι εσείς το κάνατε αυτό,όσο σας παρακολουθώ στην πολιτική σας σταδιοδρομία, ως αρχηγός του Κινήματος Αλλαγής δύο φορές. Και σήμερα, είναι μια τρίτη. Πρόκειται για στρατηγικές αποφάσεις.
Η πρώτη στρατηγική και κρίσιμη απόφαση για εσάς ήταν όταν η τότε κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ έφερνε σε αυτήν την αίθουσα την απλή αναλογική. Και εσείς επιλέξατε,παρά το γεγονός ότι εκπροσωπείτε ένα κόμμα το οποίο έχει τα μεγέθη –εννοώ την απήχηση στην ελληνική κοινωνία- που έχει και θα μπορούσε να παίξει έναν κρίσιμο ρυθμιστικό παράγοντα σε ένα πλαίσιο πολιτικό που η απλή  αναλογική θα δίνει ισοτιμία της ψήφου κρίσιμο ρυθμιστικό ρόλο πέρα και έξω από κάθε λογική, πέρα και έξω από τη λογική του κομματικού σας στενού συμφέροντος, αλλά και των ιδεολογικών και πολιτικών σας αναφορών, να πείτε «όχι» και να στηρίξετε τότε, να δώσετε μαξιλάρι ασφαλείας και βοήθεια στη Δεξιά του κ. Μητσοτάκη.
Δεύτερη κρίσιμη στρατηγική επιλογής για εσάς και για το κόμμα σας ήταν η επιλογή σας να πάτε απέναντι στη Συμφωνία των Πρεσπών. Αν και εξ όσων γνωρίζω –δεν μπορώ βεβαίως να είμαι στα εξωτερικά σας- ήσασταν μόνη στην ηγεσία του κόμματος και στο κορυφαίο όργανο που διαφωνήσατε με τις απόψεις των συντρόφων σας, τότε. Οι οποίοι, σε συνάφεια με την ιστορία, τη διαδρομή, τις προοδευτικές ιδέες, τη στάση και τη θέση των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών, υπερασπίστηκαν μια συμφωνία θετική για τη χώρα που σήμερα τηρεί και ο κ. Μητσοτάκης. Βεβαίως, ήταν μια κρίσιμη στρατηγική επιλογή αυτή, να πάτε κόντρα στις ιδέες της παράταξής σας –της προοδευτικής παράταξης, μάλλον, όχι της δική σας μόνο- και να στηρίξετε τη Δεξιά και μάλιστα, τότε την ακραία λαϊκιστική εκδοχή της Δεξιάς.
Και η τρίτη στρατηγική επιλογή, κυρία Γεννηματά, είναι τώρα. Διότι όχι μόνο αποφασίζετε να ψηφίσετε το νομοσχέδιο του κ. Χρυσοχοΐδη και του κ. Μητσοτάκη, ένα νομοσχέδιο που βρίσκεται σε αντίθεση με τις δημοκρατικές ευαισθησίες του χώρου του δημοκρατικού και προοδευτικού που συρρικνώνει συνταγματικές ελευθερίες. Όχι μόνο για αυτό, αλλά γιατί σε μία δύσκολη στιγμή για τον κ. Μητσοτάκη και την κυβέρνηση -και αναφέρομαι στις εξελίξεις στην οικονομία, την πολύ μεγάλη ύφεση,αναφέρομαι στις εξελίξεις που η ύφεση φέρνει στην ίδια την κοινωνία, αναφέρομαι σε όσα βγαίνουν στο φως της δημοσιότητας σε σχέση με την απόπειρα χειραγώγησης μέσων ενημέρωσης με αυτήν την περίφημη λίστα Πέτσα, αν και είναι λίστα Μητσοτάκη, όχι λίστα Πέτσα- επιλέγετε όχι απλά να κάνετε τον συνήγορο του κ. Μητσοτάκη, αλλά να υπερακοντίσετε και σε επιχειρηματολογία, στην επιχειρηματολογία της κυβέρνησης και της Δεξιάς και να μιλάτε εσείς εδώ με μία πολύ βαριά γλώσσα για παρακράτος και για διαπλοκή.
Εμείς αφήνουμε αυτές τις εκφράσεις, γιατί θέλω να μιλήσω πολιτικά και να σας πω το εξής: Η επιλογή σας να κάνετε αντιπολίτευση στην κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ την προηγούμενη τετραετία ήταν μια εύλογη επιλογή. Ήσασταν κόμμα της αντιπολίτευσης. Ευλόγως, κάνατε αντιπολίτευση στην κυβέρνηση.
Η επιλογή σας σήμερα να κάνετε αντιπολίτευση πάλι στον ΣΥΡΙΖΑ, όταν κυβέρνηση είναι η Δεξιά του κ. Μητσοτάκη είναι μία παράλογη, αυτοκαταστροφική για εσάς επιλογή.
Αν θέλετε, κυρία Γεννηματά, να στηρίξετε την κυβέρνηση, βεβαίως, ο δρόμος είναι ανοιχτός. Το μόνο πρόβλημα ενδεχομένως για εσάς να είναι ότι ίσως ο κ. Μητσοτάκης σε λίγο να μην σας έχει και τόσο ανάγκη. Διότι σας διεμβολίζει ήδη και παίρνει τα στελέχη που λοξοκοιτάνε και έχουν όραμα και στόχο να κυβερνήσουν κάποια στιγμή και να βρεθούν ξανά στα έδρανα της κυβέρνησής του.
Εγώ το μόνο που θα σας πω είναι ότι καθείς και οι επιλογές του σε αυτή τη ζωή και καθείς άξιος των επιλογών και της μοίρας του.
Ευχαριστώ πολύ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: