Ομιλία του Προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ στη συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ
21/01/2020"Κάθε μέρα που περνάει η κυβέρνηση της ΝΔ συσσωρεύει ζημιές για τη χώρα και την κοινωνική πλειοψηφία"
Συντρόφισσες και σύντροφοι,
Η κοινοβουλευτική μας ομάδα συγκαλείται μια μέρα πριν την εκλογή της νέας Προέδρου της Δημοκρατίας, αλλά η πολιτική της ατζέντα δεν έχει στην ημερήσια διάταξη μόνο το θέμα της εκλογής.
Θα μπορούσε να πει κανείς ότι αυτό είναι το εύκολο θέμα, γιατί παρά τις ενστάσεις και τις διαφωνίες μας στον απαράδεκτο τρόπο που διαχειρίστηκε ο κ. Μητσοτάκης τον ανώτατο πολιτειακό θεσμό, με τα προεδρικά καλλιστεία και την εκδικητική αντιμετώπιση ενός επιτυχημένου Προέδρου, δεν πρόκειται να εμφανιστούμε μίζεροι.
Ούτε να ακολουθήσουμε τον δικό του αλαζονικό και εκτός δημοκρατικού ήθους δρόμο. Γιατί εμείς δεν υποτάσσουμε τη δημοκρατία και το αύριο της χώρας σε μικροκομματικά παιγνίδια και επικοινωνιακές φούσκες.
Η θέση μας λοιπόν είναι συνειδητή, καθαρή, χωρίς ναι μεν αλλά. Και πιστεύω ότι σε αυτή τη θέση θα καταλήξουμε και σήμερα ομόφωνα και αύριο θα ψηφίσουμε τη Κατερίνα Σακελλαροπούλου και θα τη στηρίξουμε ως την πρώτη γυναίκα ΠτΔ ώστε να επιτύχει στα καθήκοντά της.
Έχουμε όμως πλήρη επίγνωση ότι η επιλογή ενός προσώπου με προοδευτικό στίγμα, από τη πλευρά του κ. Μητσοτάκη, δεν υποκρύπτει διάθεση φυγής προς τα εμπρός αλλά διάθεση επικοινωνιακής διαφυγής από τα πολλαπλά αδιέξοδα. Δεν γίνεται με σκοπό να χτιστούν γέφυρες και κλίμα συνεννόησης ανάμεσα στην κυβέρνηση και την προοδευτική αντιπολίτευση, αλλά με σκοπό να σκεπαστεί πρόχειρα το μεγάλο χάσμα που, με τις βασικές πολιτικές του επιλογές, έχει δημιουργηθεί ανάμεσα σε αυτόν και τους προοδευτικούς πολίτες.
Άλλωστε, όποιος θέλει να χτίσει γέφυρες συνεννόησης, δεν επιλέγει την επόμενη κιόλας μέρα να φέρει στη Βουλή την κατάργηση της απλής αναλογικής. Και να επαναφέρει έναν εκλογικό νόμο που, κλέβοντας έδρες από όλα τα κόμματα και πριμοδοτώντας μ’ αυτές το πρώτο κόμμα, αποβλέπει σε μονοκομματικές κυβερνήσεις, δηλαδή στην παντοδυναμία του ενός. Θεσμοθετώντας έτσι την υποταγή της πολιτικής στην μη πολιτική, του προγραμματικού διαλόγου στην επικοινωνιακή ρητορεία και εν γένει της πολιτικής αντιπαράθεσης στην όξυνση και στην πόλωση.
Τα αποτελέσματα είναι γνωστά σε όλους. Και είναι ολέθρια τόσο για την κοινωνική πλειοψηφία, όσο και για τη χώρα. Άλλωστε, μονοκομματικές και παντοδύναμες ήταν οι κυβερνήσεις που δημιούργησαν τις αιτίες που μας οδήγησαν στην κρίση. Το πελατειακό κράτος, το ρουσφέτι στους ημέτερους, τη διαπλοκή με τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα, την αλόγιστη σπατάλη πόρων και δυνατοτήτων.
Αυτές οι παλιές συνταγές φτιάχτηκαν ακριβώς για να υπηρετήσουν ένα πολιτικό παιχνίδι στημένο στον στόχο της αυτοδυναμίας, που διευκολύνει ο εκλογικός νόμος ο οποίος χαρίζει στον πρώτο έδρες που δεν του ανήκουν.
Αυτές λοιπόν τις παλιές συνταγές, οι οποίες δεν αφορούν μόνο στον εκλογικό νόμο, προσπαθεί να επαναφέρει ο κ. Μητσοτάκης. Επιβάλλοντας όμως παλιές συνταγές, οδηγεί και τη χώρα με μαθηματική ακρίβεια σε παλιά δεινά. Ας ελπίσουμε τουλάχιστον να μην επαναληφθεί η ιστορία ως τραγωδία, αλλά ως φάρσα.
Ο κ. Μητσοτάκης αλλάζει τον εκλογικό νόμο γιατί πιστεύει ότι έτσι θα ευνοήσει τον ίδιο και το κόμμα του. Με περίσσευμα αλαζονείας, θεωρεί ότι επειδή κέρδισε βασισμένος στη πολιτική απάτη και στη διαστρέβλωση μια φορά τις εκλογές, θα τις κερδίσει ξανά και ξανά. Σκάβοντας όμως τον λάκκο της απλής αναλογικής, παραβλέπει τη μεγάλη πιθανότητα να πέσει μέσα ο ίδιος στον λάκκο που αυτός έσκαψε.
Σε κάθε περίπτωση, καλό είναι να του θυμίσουμε ότι, ενώ αύριο θα ψηφίσουμε μαζί τρία κόμματα, μεθαύριο θα ψηφίσει μόνος του. Όπως μόνος του θα μείνει και το βραδύ των επόμενων εκλογών που, ας μη το ξεχνάμε, θα γίνουν με την απλή αναλογική. Και θα μείνει μόνος του γιατί το πολιτικό του σχέδιο και οι προγραμματικές του θέσεις δεν μπορούν να χωρέσουν σε κανένα πλαίσιο σύγκλισης ή συνεννόησης για την επόμενη μέρα. Και επειδή αυτό το γνωρίζει, επειδή γνωρίζει ότι δεν μπορεί να είναι μέρος της πολιτικής λύσης των συσχετισμών που θα διαμορφώσει ο ελληνικός λαός στις επόμενες εκλογές, μιλά διαρκώς για διπλές εκλογές.
Θα του συνιστούσα να μην προτρέχει. Γιατί οι επόμενες εκλογές με απλή αναλογική μπορούν να δώσουν κυβερνητική λύση. Απλά αυτή δε θα τον περιλαμβάνει, γιατί πρέπει να είναι -και θα κάνουμε ό,τι μπορούμε για να είναι- προοδευτική και δημοκρατική λύση.
Θα πει κάποιος ότι είναι ίσως πρόωρο να κάνει κανείς προβλέψεις μόνο έξι μήνες μετά τις εκλογές. Υπό κανονικές συνθήκες θα είχε δίκιο. Αλλά νομίζω δεν υπάρχει κανείς που δε βλέπει ότι, παρά τις ιαχές και τις επιδοκιμασίες των φιλoκυβερνητικών ΜΜΕ, δεν πάμε καλά.
Η χώρα με την κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν πάει καλά. Και καλά μέσα, με τις γνωστές ιδεοληψίες της ΝΔ. Την ενδημική αναξιοκρατία, την προβλέψιμη -ίσως- ανικανότητα, την ορμητική επιστροφή στο ρουσφέτι, την φετιχοποίηση της καταστολής, την αλαζονεία και τις εκδικητικές διώξεις στον κρατικό μηχανισμό. Αλλά και έξω, εκεί που συνήθως ταίριαζε το ρητό για όποιον ήθελε να παραβλέψει τα εσωτερικά προβλήματα: «Έξω πάμε καλά».
Έξω, όμως, κι αν δεν πάμε καλά!
Η επίσκεψη του πρωθυπουργού στην Ουάσιγκτον είχε ως αποτέλεσμα όχι κάποια εθνικά κέρδη, που όλοι προσδοκούσαν, αλλά εθνική ζημιά. Αντί για στήριξη των ελληνικών θέσεων, γίναμε θεατές μιας ταπεινωτικής για την ίδια τη χώρα συμπεριφοράς. Και σχεδόν μιας άμεσης στήριξης του επικίνδυνου γείτονα.
Έβλεπα σήμερα μια δημοσκόπηση που δείχνει, σε σχέση με το 2019, πόσο έχουν καταβάλει πολύ μεγάλο μέρος των πολιτών τα αισθήματα του φόβου, της οργής και την ντροπής. Ναι, της ντροπής!
Και νομίζω ότι είναι αυτό ακριβώς το συναίσθημα που προκαλεί η δήλωση μπροστά σε έναν Τραμπ που φέρεται με απίστευτη αγένεια στον Έλληνα πρωθυπουργό, ότι η Ελλάδα είναι ένας προβλέψιμος σύμμαχος. Ντροπή όχι για τη στάση όχι του συμμάχου, αλλά για τη στάση του πολιτευτή της δεκαετίας του πενήντα που επέλεξε. Και αν όχι φόβο, τουλάχιστον ανησυχία αισθανθήκαμε όλοι μας όταν διαβάσαμε τη δήλωση του Έλληνα πρωθυπουργού για την υπόθεση Σουλεϊμανί. Και σήμερα, μετά και το φιάσκο του Βερολίνου, αυτή η ανησυχία μετατρέπεται σε γενικευμένη αίσθηση ανασφάλειας.
Ο κ. Μητσοτάκης, πριν έξι μήνες, τον Ιούλιο του 2019, παρέλαβε μια χώρα που έκανε σταθερά βήματα ενίσχυσης της διεθνούς της θέσης. Που την προσκαλούσαν σε όλα τα διεθνή φόρα. Στην προηγούμενη Διεθνή Σύνοδο για τη Λιβύη στο Παλέρμο της Ιταλίας, η Ελλάδα ήταν εκεί και ο Έλληνας πρωθυπουργός ήταν παρών. Στη διάσκεψη για το μέλλον των Δυτικών Βαλκανίων στο Λονδίνο, παρότι η Ελλάδα επί σειρά ετών δεν καλούνταν, επαναπροσκλήθηκε μετά τη Συμφωνία των Πρεσπών και ο Έλληνας Πρωθυπουργός ήταν παρών.
Σήμερα, η Ελλάδα είναι απούσα από μια διάσκεψη που δεν αφορά απλά τη γειτονιά της αλλά αφορά την ίδια. Τα ίδια τα κυριαρχικά της δικαιώματα που από τη παράνομη συμφωνία Τουρκίας – Λιβύης παραβιάζονται βάναυσα. Όμως, η Ελλάδα ήταν απούσα. Γιατί η στρατηγική του προβλέψιμου σύμμαχου που ακολουθεί ο κ. Μητσοτάκης την έχει μετατρέψει σε μια χώρα για την οποία άλλοι αποφασίζουν γι’ αυτή, χωρίς αυτή.
Παραδώσαμε λοιπόν τον Ιούλη μια χώρα νησίδα σταθερότητας και ασφάλειας, υπολογίσιμο και όχι προβλέψιμο εταίρο. Μια χώρα μέρος της λύσης και όχι των προβλημάτων της περιοχής. Και το ερώτημα είναι: Τι είμαστε σήμερα; Πού πηγαίνουμε σήμερα;
Ο κ. Μητσοτάκης αλλάζει τον εκλογικό νόμο γιατί πιστεύει ότι έτσι θα ευνοήσει τον ίδιο και το κόμμα του. Με περίσσευμα αλαζονείας θεωρεί ότι επειδή κέρδισε μία φορά τις εκλογές, βασισμένος στη πολιτική απάτη και στη διαστρέβλωση, θα τις κερδίσει ξανά και ξανά με τον ίδιο τρόπο. pic.twitter.com/j0UtOJflfB— Αλέξης Τσίπρας - Alexis Tsipras (@atsipras) 21 Ιανουαρίου 2020
Η εξωτερική πολιτική δεν γίνεται με επικοινωνιακά κόλπα. Τα επικοινωνιακά κόλπα σε βοηθάνε στο εσωτερικό, ιδίως όταν έχεις όλα τα συμφέροντα συνασπισμένα με το μέρος σου. Σε βοηθάνε να κερδίσεις ψήφους εξαπατώντας, φερειπείν, τους πολίτες σε σχέση με τη στάση σου στην επίλυση του Μακεδονικού.
Έξω όμως αυτά δεν πιάνουνε. Γιατί έξω δεν έχεις καμία αξιοπιστία όταν σε βλέπουν προεκλογικά να ξεσηκώνεις τον κόσμο εναντίον της λύσης που ευνοεί τα εθνικά συμφέροντα της χώρας σου και, μόλις εκλέγεσαι, να κάνεις πως δεν κατάλαβες. Και να δηλώνεις μάλιστα προβλέψιμος.
Ποιος θα σε πάρει σοβαρά και γιατί να σε πάρει σοβαρά;
Βγήκε λοιπόν προχθές ο πρωθυπουργός να απειλήσει με βέτο την ΕΕ στο επόμενο Συμβούλιο Κορυφής για τις αποφάσεις του Βερολίνου, που η χώρα θα έπρεπε να είναι εκεί αλλά δεν ήταν. Και βεβαίως αναρωτιέται κανείς αν αυτή ήταν μια σωστή στρατηγική. Αν δηλαδή έχουμε φτάσει σε τέτοιο σημείο που, όχι απλά δεν είμαστε παρόντες, αλλά φοβόμαστε ότι η ΕΕ που έπρεπε να είναι η άμυνά μας, το ισχυρό μας οπλοστάσιο αν θέλετε διπλωματικά, να μας στηρίζει υπερασπιζόμενη πάντα το διεθνές δίκαιο, να την απειλούμε διότι φοβόμαστε ότι θα μας κρεμάσει.
- Αντί λοιπόν να οχυρωθεί η κυβέρνηση πίσω από τις κοινοτικές αποφάσεις και να επεκτείνει τις θετικές αποφάσεις που είχαν ήδη παρθεί στις προηγούμενες Συνόδους Κορυφής, όταν με τον Πρόεδρο Αναστασιάδη διεκδικήσαμε και κερδίσαμε κυρώσεις εις βάρος της Τουρκίας για την παράνομη δραστηριότητά της στην ΑΟΖ της Κύπρου
- Αντί λοιπόν να δημιουργήσει συμμαχίες με τους εταίρους σε επίπεδο ΕΕ και να ενισχύσει αυτή την στρατηγική και αυτά τα κεκτημένα, που κερδίσαμε για την κυπριακή ΑΟΖ, να τα επεκτείνουμε και για νότια της Κρήτης, την περιοχή που εμπεριέχεται στην παράνομη συμφωνία Τουρκίας-Λιβύης
Βλέπουμε μια κυβέρνηση που απειλεί την ΕΕ.
Και την ίδια στιγμή βλέπουμε μια κυβέρνηση που στο εσωτερικό δεν αισθάνεται την ανάγκη να χτίσει ένα αρραγές μέτωπο συνεννόησης στα κρίσιμα ζητήματα αυτά. Αισθάνεται μια αυτάρκεια. Έχει την ψευδαίσθηση της αυτάρκειας και την άγνοια των κινδύνων. Και, αντί να ανταποκριθεί θετικά στην πρόταση για τη σύγκλιση του Συμβουλίου των Πολιτικών Αρχηγών υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, διαρκώς επιτίθεται στην αντιπολίτευση για θέματα εξωτερικής πολιτικής, παραβλέποντας αυτό που βλέπει και ο τελευταίος Έλληνας πολίτης σήμερα: ότι η δική μας συμπεριφορά σε σχέση με τη δική τους συμπεριφορά στα εθνικά θέμα ως αντιπολίτευση είναι η μέρα με τη νύχτα.
Και παρόλα αυτά, αντί να κάτσουμε σε ένα τραπέζι μαζί, μας επιτίθενται. Και βγάζουν μάλιστα και ανακοινώσεις ότι ακόμη και για την απουσία της χώρας από τη Διάσκεψη του Βερολίνου, φταίει η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Όπως για όλα, τεσσεράμισι χρόνια τώρα, έφταιγε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, φταίει και γι’ αυτό. Μάλλον έχουν κεκτημένη ταχύτητα. Δεν έχουν συνειδητοποιήσει ότι κυβερνάνε κι έχουν αναλάβει ευθύνες και μάλιστα πολύ μεγάλες.
Παρά τις επιδοκιμασίες των φιλεκυβερνητικών ΜΜΕ, η χώρα, με κυβέρνηση της ΝΔ, δεν πάει καλά. Στο εσωτερικό, παρακολουθούμε την ενδημική αναξιοκρατία, τη ανικανότητα, την ορμητική επιστροφή στο ρουσφέτι, τη φετιχοποίηση της καταστολής, την αλαζονεία και τις εκδικητικές διώξεις. pic.twitter.com/bmysOin4MJ— Αλέξης Τσίπρας - Alexis Tsipras (@atsipras) 21 Ιανουαρίου 2020
Αλλά, υπογραμμίζω ότι πέρα και πάνω απ’ όλα, για όλους μας, αυτό που προέχει σήμερα και αυτό που πρέπει να προέχει είναι η ασφάλεια και η ακεραιότητα της χώρας. Η διεθνής της θέση. Η διασφάλιση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων αλλά και της ειρήνης. Η διασφάλιση ενός ειρηνικού μέλλοντος για τον λαό μας.
Είμαστε λοιπόν πολύ ανήσυχοι για όσα κάνει και κυρίως για όσα δεν κάνει η κυβέρνηση. Κι όσο ο κ. Μητσοτάκης κινείται με άγνοια κινδύνου και με ψευδαίσθηση αυτάρκειας, τόσο θα μεγαλώνει η ανησυχία μας.
Δεν πάμε, λοιπόν, καθόλου καλά έξω, αλλά δεν πάμε καλά ούτε μέσα.
Στον προϋπολογισμό, αν θυμάστε, κατηγόρησα τον κ. Μητσοτάκη για ενορχηστρωμένη προεκλογική πολιτική απάτη. Συνειδητή πολιτική απάτη. Η απάτη ως γνωστόν δεν αντέχει στον χρόνο. Είναι λοιπόν θέμα χρόνου, κυρίως για τη μεσαία τάξη, να συνειδητοποιήσει ότι οι προσδοκίες και οι ελπίδες της αποδείχτηκαν φρούδες. Γιατί η θέση των μεσαίων συμπολιτών μας όχι μόνο δεν βελτιώνεται αλλά επιδεινώνεται, σε αντίθεση με αυτή των εχόντων και κατεχόντων, η οποία πράγματι βελτιώνεται, γιατί εκεί -να το λέμε το σωστό- τις τηρεί τις υποσχέσεις της η κυβέρνηση.
Μέχρι στιγμής λοιπόν δεν βλέπουμε ούτε ανάπτυξη στο 4%, ούτε καταιγίδα επενδύσεων, ούτε καν μπουλντόζες στο Ελληνικό δεν βλέπουμε, που θα ήταν εκεί μια εβδομάδα μετά τις εκλογές, ούτε καλοπληρωμένες θέσεις εργασίας, ούτε αύξηση του βασικού μισθού, στο διπλάσιο της ανάπτυξης έστω όπως είχαν υποσχεθεί, ούτε κανέναν ασφαλιστικό παράδεισο για τους ελεύθερους επαγγελματίες.
Αντιθέτως, βλέπουμε την κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων. Μάλιστα, με διαδικασίες fast track, ξήλωσαν όλες τις εργασιακές κατακτήσεις τους πρώτους μήνες. Βλέπουμε μέρα με τη μέρα να επιβεβαιώνεται η επιστροφή στην εργασιακή ζούγκλα, συρρίκνωση των αμοιβών, μαζικές απολύσεις στον ιδιωτικό τομέα σε μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους με μεγάλη κερδοφορία, σε τράπεζες, στον ΟΤΕ και μάλιστα με τη διακριτική συμφωνία της κυβέρνησης, βλέπουμε αυξήσεις περίπου 20% στις ασφαλιστικές εισφορές των ελευθέρων επαγγελματικών και βλέπουμε και την κατάργηση της 13ης σύνταξης.
Όσο για την πορεία της οικονομίας, ας μη βιαστούμε ακόμη αλλά θα βγάλουμε ίσως κάποια ασφαλή συμπεράσματα στο τέλος του πρώτου τετραμήνου. Όσοι όμως μιλάνε με ανθρώπους της αγοράς, ειδικά για την περίοδο των εορτών, ακούνε για την πραγματική οικονομία μια διαφορετική εκδοχή από αυτή που παρουσιάζει η κυβέρνηση.
Ας ελπίσουμε, όμως, ότι εκεί δεν θα έχουμε την ίδια αρνητική εικόνα, αλλά ας περιμένουμε για να βγάλουμε ασφαλή συμπεράσματα.
Εκεί που όμως θέλω να σταθώ, γιατί δεν είναι μονάχα οι οικονομικοί δείκτες, είναι και οι κοινωνικοί, είναι το θέμα της ανεργίας: τον Δεκέμβρη του 2019 σε σχέση με τον Δεκέμβρη του 2018, είχαμε αύξηση της ανεργίας κατά 14 ποσοστιαίες μονάδες. Κι αυτό είναι ένα μεγάλο πισωγύρισμα. Ιδίως για μια οικονομία και για μια χώρα που βγαίνει από την κρίση. Αλλά από την κρίση δεν βγαίνεις μονάχα, επαναλαμβάνω, με βάση τους οικονομικούς δείκτες, πρέπει να βλέπεις και τους κοινωνικούς δείκτες ταυτόχρονα κι αυτό είναι κάτι που μας ανησυχεί ιδιαίτερα.
Και θεωρούμε βεβαίως ότι είναι αποτέλεσμα αυτής της στρατηγικής επιλογής της κυβέρνησής και της αντίληψής της, ότι η ανάπτυξη θα έρθει μέσα από τη συρρίκνωση των δικαιωμάτων της εργασίας. Μέσα από τις απολύσεις και μέσα από την ασυδοσία την εργοδοτική.
Εκεί όμως που δεν υπάρχει καμία αμφιβολία, συντρόφισσες και σύντροφοι, για το ότι δεν πάμε καθόλου καλά, είναι το προσφυγικό και μεταναστευτικό. Εκεί νομίζω χρειάστηκε έξι ολόκληρους μήνες για να συνειδητοποιήσει ο κ. Μητσοτάκης και να το παραδεχτεί και ο ίδιος ότι με δική του ευθύνη δημιούργησε μια κατάσταση, η οποία είναι κατάσταση που δύσκολα σήμερα συμμαζεύεται.
Κατήργησε το υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής στη χώρα με τις μεγαλύτερες προσφυγικές ροές στην Ευρώπη. Και όχι μόνο το κατήργησε, αλλά δήλωνε, θυμάστε, μέχρι πρότινος και ο ίδιος ο πρωθυπουργός αλλά και ο Χρυσοχοΐδης ότι το υπουργείο αυτό είναι άχρηστο, είναι μη λειτουργικό και καμία άλλη ευρωπαϊκή χώρα σοβαρή δεν έχει τέτοιο υπουργείο. Μας έλεγαν και ψέματα δηλαδή μπροστά στα μάτια μας.
Και εντωμεταξύ άλλαξαν 5 ή 6, έχω χάσει τον λογαριασμό, υπουργούς υπεύθυνους για τη διαχείριση της προσφυγικής, μεταναστευτικής κρίσης.
Για να καταλήξουν στο τέλος να επανασυστήσουν το υπουργείο και να χρήσουν υπουργό τον πρώην υφυπουργό Εργασίας, ο οποίος θα διαχειρίζεται ως υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής το μεταναστευτικό από το ίδιο γραφείο που είχε στο υπουργείο Εργασίας, καθώς δεν βρίσκει τρόπο να αλλάξει έδρα.
Ενδεχομένως να εκρίθη κατάλληλος για τη διαχείριση του προβλήματος διότι κατάγεται από τη Χίο, από ένα νησί με προσφυγικές ροές. Αλλά η αληθινή αιτία για την οποία ανέλαβε το υπουργείο δεν είναι ούτε οι γνώσεις του στο θέμα, ούτε η καταγωγή του από τη Χίο, αλλά το γεγονός ότι δεν μπορούσε άλλο να μείνει σ’ αυτό το υπουργείο, γιατί, όπως λένε όλοι, δεν ανταλλάσει ούτε καλημέρα με τον αρμόδιο υπουργό, τον κ. Βρούτση.
Αυτή είναι δυστυχώς η εικόνα της κυβερνητικής διαχείρισης στα κρίσιμα θέματα. Γιατί το προσφυγικό είναι ένα από τα πιο κρίσιμα θέματα που αντιμετωπίζει η χώρα. Ένα θέμα που γνώριζαν πόσο οξυμένο είναι και γνώριζαν ότι θα έπρεπε να έχουν σχέδιο για να διαχειρισθούν, εάν εκλεγούν.
Αλλά ήταν απολύτως απροετοίμαστοι, ιδεοληπτικοί, αλλά και ανίκανοι να χωρίσουν δυο γαϊδάρων άχυρα.
Αλλά το βασικό δεν είναι, επαναλαμβάνω, και σ’ αυτό και θέλω να μείνω, το βασικό δεν είναι ότι ξαναέφτιαξαν μετά από έξι μήνες το υπουργείο που οι ίδιοι διέλυσαν.
Το θέμα είναι με ποια πολιτική θα προσπαθήσουν να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα.
Διότι το να αναγνωρίζει κανείς το προφανές, ότι δεν έπρεπε να διαλυθεί το υπουργείο, θα έλεγε κανείς ότι είναι το εύκολο. Το δύσκολο, αυτό που απαιτεί θάρρος είναι να αναγνωρίσουν ότι υπήρξε εγκληματική η υποταγή του μεταναστευτικού σε μικροπολιτικές βλέψεις και επιδιώξεις.
Αυτό που πρέπει να αναγνωρίσουν είναι ότι το μεταναστευτικό δεν είναι ένα πρόβλημα απλώς οργανωτικό και θέμα διαχείρισης, αλλά είναι ένα βαθύ κοινωνικό και πολιτικό πρόβλημα.
Και ότι χρειάζεται προσπάθεια μεγάλη για να κατανοήσει η κοινωνία μας την σημασία του και τη δυσκολία της επίλυσής του.
Και κυρίως να κατανοήσει ότι αν δεν συμμετάσχει στη λύση του, σ’ αυτή την προσπάθεια δηλαδή αν δεν συμμετάσχει η κοινωνία, οι τοπικές κοινωνίες, δεν πρόκειται να υπάρξει διευθέτηση, δεν πρόκειται να προκύψει λύση.
Δυστυχώς όμως τίποτε από αυτά δεν συμβαίνει.
Μέχρι στιγμής δεν βλέπουμε ούτε ανάπτυξη στο 4%, ούτε καταιγίδα επενδύσεων, ούτε καν μπουλντόζες στο Ελληνικό. Δεν βλέπουμε ούτε καλοπληρωμένες θέσεις εργασίας, ούτε αύξηση του βασικού μισθού,— Αλέξης Τσίπρας - Alexis Tsipras (@atsipras) 21 Ιανουαρίου 2020
ούτε κανέναν ασφαλιστικό παράδεισο για τους ελεύθερους επαγγελματίες.
Παρότι έφτιαξαν ξανά το υπουργείο η προπαγάνδα τους εξακολουθεί να ερωτοτροπεί με τον πνιγμό ανθρώπων και με τα ρατσιστικά μπάρμπεκιου.
Ο αντιπρόεδρος τους και υπουργός Οικονομίας βρέθηκε σε μια τηλεοπτική εκπομπή να κατηγορεί τους πνιγμένους ανθρώπους, αυτούς που πνιγόντουσαν εκείνη την ώρα ως εισβολείς, και την ώρα που πνιγόντουσαν να τους κατηγορεί γιατί γνώριζαν, λέει, το τηλέφωνο έκτακτης ανάγκης και άρα ήταν προετοιμασμένοι, δείτε, λέει, πόσο προετοιμασμένοι είναι αυτοί οι εισβολείς, που ξέρουν να πάρουν τηλέφωνο για να καλέσουν βοήθεια στη θάλασσα.
Και ο κ. Μητσοτάκης όμως εξακολουθεί να νίπτει τας χείρας του στο δράμα του Αιγαίου. Κι όχι μόνο του Αιγαίου.
Έτσι όμως καμία λύση και καμία βελτίωση δεν θα υπάρξει.
Αν δεν αντιληφθούν, επαναλαμβάνω, ότι είναι ένα εθνικό θέμα πρώτης γραμμής και χρειάζεται εθνική πολιτική και κινητοποίηση με όρους ανθρωπισμού και κοινωνικής ευθύνης για να αντιμετωπιστεί, τίποτε καλό δεν μπορούμε να περιμένουμε.
Συντρόφισσες και σύντροφοι
Θα μπορούσα να μιλάω για πολλή ώρα για να τεκμηριώσω με επιχειρήματα και με παραδείγματα το αρχικό μου συμπέρασμα, αλλά πιστεύω και την αίσθηση που αρχίζει να γίνεται πλειοψηφική στην κοινή γνώμη, ανεξάρτητα από τις πολιτικές προτιμήσεις, ότι η χώρα δεν πάει καλά. Και ότι η κυβέρνηση κάνει διαρκώς λάθη και ατοπήματα, τα οποία προς ώρας, η καλοστημένη αυτή ασπίδα των φιλοκυβερνητικών ΜΜΕ φροντίζει να αμβλύνει.
Ωστόσο επιτρέψτε πριν ολοκληρώσω να σταθώ σε δυο μόνο ακόμη θέματα.
Το ένα πιστεύω προκαλεί την κοινή γνώμη και αποτελεί ένδειξη θράσους και αλαζονείας που ο υπουργός Εργασίας επιμένει σ’ αυτό.
Πρόκειται για την περιβόητη υπόθεση της τακτοποίησης των λεγόμενων «γαλάζιων παππούδων», μετά την τακτοποίηση των «γαλάζιων παιδιών».
Και αναφέρομαι στην απαράδεκτη τροπολογία που δίνει τη δυνατότητα σε συνταξιούχους εκλεκτούς του κομματικού μηχανισμού, να προσλαμβάνονται ως μετακλητοί στα υπουργικά γραφεία, κρατώντας και τον μισθό και την σύνταξη.
Θα ήταν πράγματι μια υπόθεση μόνο για γέλια, και καταλαβαίνω απολύτως την αντίδρασή σας. Ωστόσο αυτό συμβαίνει σε μια χώρα που μόλις βγήκε από την κρίση και που οδηγήθηκε σ’ αυτήν ακριβώς επειδή επικράτησαν αυτές οι πρακτικές, της αναξιοκρατίας, της ανηθικότητας, της γεροντικής κομματοκρατίας, ας μου επιτραπεί ο όρος.
Καλώ λοιπόν τον κ. Μητσοτάκη, να συμμαζέψει το ρουσφέτι του υπουργού του, του κ. Βρούτση, στους συνταξιούχους κομματικούς καρεκλοκένταυρους.
Αρκετά γελάσαμε και κλάψαμε ταυτόχρονα με τον κ. Πατέρα από την Θεσσαλία, τον διοικητή του νοσοκομείου των Τρικάλων. Δεν χρειάζεται να μας προσφέρουν κι άλλο κλαυσίγελο.
Μαζέψτε το, λοιπόν, πριν σας κάνει μεγαλύτερη ζημιά το ζήτημα αυτό κ. Μητσοτάκη.
Και το δεύτερο θέμα στο οποίο θέλω να αναφερθώ και να ζητήσω επίσης από τον κ. Μητσοτάκη να παρέμβει, είναι αυτό που αφορά στα πνευματικά δικαιώματα των δημιουργών.
Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, μετά την πτώχευση της ΑΕΠΙ και τη γνωστή αυτή ιστορία που ένας ιδιώτης διαχειρίστηκε με έναν τρόπο όχι ιδιαίτερα διαφανή τα πνευματικά δικαιώματα των καλλιτεχνών, είχε από την πρώτη στιγμή την πολιτική βούληση να καθαρίσει το τοπίο από τις αμαρτίες του παρελθόντος και να δώσει τη δυνατότητα στους καλλιτέχνες να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους και να δημιουργήσουν τη δική τους συλλογικότητα για τη διαχείριση των δικαιωμάτων τους. Κάτι που συμβαίνει σε πάρα πολλές χώρες της Ευρώπης. Να έχουν δηλαδή τη δυνατότητα να στήσουν έναν οργανισμό των δημιουργών. Και το κάνανε.
Εδώ και έξι μήνες όμως, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, παρά τις δεσμεύσεις του ίδιου του κ. Μητσοτάκη προεκλογικά, που αξιοποίησε και κάποιους δημιουργούς ως προεκλογικό σποτ αν θυμάστε, παρά λοιπόν αυτές τις δεσμεύσεις προς τον καλλιτεχνικό κόσμο, η κυβέρνηση εδώ και έξι μήνες κωλυσιεργεί, με κίνδυνο όχι μόνο οι δημιουργοί να μην αμείβονται για τα δικαιώματά τους, αλλά με κίνδυνο την ολική επιστροφή στην κακοδαιμονία του παρελθόντος.
Δεν θέλω να μπω σε σενάρια που ενδεχομένως αφορούν την εμπλοκή ιδιωτικών συμφερόντων. Δεν θέλω να μιλήσω με σενάρια.
Αυτό που θα πω όμως είναι το εξής. Τα δικαιώματα των δημιουργών δεν είναι μόνο μια υπόθεση νομικής διεκπεραίωσης που αφορά αποκλειστικά κάποιους καλλιτέχνες, αλλά αφορά, θα έλεγε κανείς, την υπεράσπιση του πολιτισμικού μας πλούτου. Καλό θα είναι λοιπόν η κυβέρνηση να σταματήσει άμεσα αυτή την εσκεμμένη κωλυσιεργία. Και να προχωρήσει στην αδειοδότηση του Οργανισμού των δημιουργών, οι οποίοι είναι και οι μόνοι που συλλογικά μπορούν να αποφασίσουν για το πώς θα διαχειριστούν τις αποζημιώσεις για τη χρήση των δικών τους πνευματικών δικαιωμάτων.
Τίποτε καλό δεν μπορούμε να περιμένουμε από έναν Πρωθυπουργό που ζει τον ταξικά μονομερή, κοινωνικά βάρβαρο και δημοκρατικά επικίνδυνο μύθο του. Κάθε μέρα που περνάει η κυβέρνηση της ΝΔ συσσωρεύει ζημιές για τη χώρα και την κοινωνική πλειοψηφία. pic.twitter.com/B54vfSXtjy— Αλέξης Τσίπρας - Alexis Tsipras (@atsipras) 21 Ιανουαρίου 2020
Συντρόφισσες και σύντροφοι
Είναι κουραστικό να απαριθμήσει κανείς όλα τα κρούσματα ταξικής μονομέρειας, προπαγάνδας ή και συνειδητής εξαπάτησης, που χαρακτηρίζουν την σημερινή κυβέρνηση και την μέχρι σήμερα κυβερνητική θητεία.
Δεν θα συνεχίζω να το κάνω.
Μπορώ όμως να πω ένα πράγμα.
Τίποτε καλό δεν μπορούμε να περιμένουμε από έναν πρωθυπουργό που ζει τον ταξικά μονομερή, κοινωνικά βάρβαρο και δημοκρατικά επικίνδυνο μύθο του.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, η Αριστερά, όλες οι δυνάμεις της προόδου, όλοι όσοι βλέπουμε τον εαυτό μας στο στρατόπεδο της δημοκρατίας, πιστεύω ότι οφείλουμε να ορθώσουμε ένα τείχος, ένα τείχος δημοκρατικής και κοινωνικής αντίστασης σ’ αυτές τις πολιτικές.
Γιατί κάθε μέρα που περνάει αυτή η κυβέρνηση συσσωρεύει ζημιές για τη χώρα και την κοινωνική πλειοψηφία.
Σ’ αυτές λοιπόν τις συνθήκες, η αυριανή εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας θα έλεγε κανείς ότι αποκτά έναν ιδιαίτερο χαρακτήρα.
Ήμασταν, είμαστε και θα είμαστε μια δύναμη στήριξης της δημοκρατίας και της κοινωνικής προόδου.
Υπό αυτό το πρίσμα, η εκλογή μιας Προέδρου με προοδευτικά χαρακτηριστικά, παρά την εμφανή επικοινωνιακή προσπάθεια του κ. Μητσοτάκη να την εκμεταλλευτεί, αποτελεί για μας, και ως τέτοιο σας καλώ να το δείτε όλοι και όλες, μια απόδειξη της δύναμης των ιδεών μας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, η Αριστερά, όλες οι δυνάμεις της προόδου, όλοι όσοι βλέπουμε τον εαυτό μας στο στρατόπεδο της δημοκρατίας, οφείλουμε να ορθώσουμε ένα τείχος δημοκρατικής και κοινωνικής αντίστασης στις πολιτικές της ΝΔ. pic.twitter.com/zvY8oqwXhB— Αλέξης Τσίπρας - Alexis Tsipras (@atsipras) 21 Ιανουαρίου 2020
Με τη δύναμη αυτών των ιδεών, των προοδευτικών ιδεών δηλαδή, αναγκάστηκε ο κ. Μητσοτάκης να συμβιβαστεί και αναγκάζονται να συμβιβαστούν και οι σκληροί του κόμματός του, ψηφίζοντας αύριο αυτή την επιλογή.
Όσοι εν πάση περιπτώσει δεν θα σκαρφιστούν κάποιο έκτακτο υπερατλαντικό ταξίδι προκειμένου να αποφύγουν την ψήφο.
Η δύναμη αυτών των ιδεών, να ξέρετε, είναι η δική μας δύναμή.
Σε αυτές τις συνθήκες λοιπόν θα προχωρήσουμε και έχοντας πάντα ως στόχο να κάνουμε αυτές τις ιδέες ξανά πλειοψηφικές στην ελληνική κοινωνία.
Με τη δύναμη αυτών των ιδεών θα πορευτούμε. Τη δύναμη αυτών των ιδεών θέλουμε να μετατρέψουμε σε προωθητική δύναμη τόσο για μας όσο και για την ελληνική κοινωνία.
Σας ευχαριστώ.
Παρακολουθήστε το βίντεο της ομιλίας:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου